Την εποχή που λεφτά υπήρχαν (όπως υπήρχαν) επρόκειτο για το δάνειο που έπαιρνε ένα μελλόνυμφο ζευγάρι για τα έξοδα του γάμου τους.

Μεταξύ των διαφόρων δανείων τ. δανειοδάνειο, διακοποδάνειο, μπουζουκοδάνειο, πλαγιοδάνειο, πουτανοδάνειο, στριπτητζοδάνειο, ψοφοδάνειο κ.ά. το γαμοδάνειο έχει την ιδιαιτερότητα ότι μπορεί να λεχθεί με αγανακτισμένο επιτονισμό όπως λ.χ. το γαμοχώραφο, για τα λεφτά που έπρεπε να πληρώσει κανείς για το γάμο, συχνά πάνω από 15.000 Ευρώ στην εποχή της μεγάλης φούσκας.

Κατ' επέκταση, αν θεωρηθεί το α' συστατικό της λέξης ως προερχόμενο όχι από το ουσιαστικό γάμος, αλλά από το ρήμα γαμώ με την υβριστική σημασία, μπορεί να θεωρηθεί και ως ύβρη για οποιοδήποτε δάνειο, ή συνηθέστερα ως μια επιτομή όλων των λάθος δανείων που πήρε ο Νεοέλληνας.

  1. διοτι εκτος απο το γαμοδανειο, φροντισαμε να παρουμε διακοποδανειο για να παμε ενα πλουσιο ταξιδι του μελιτος, πηραμε εορτοδανειο για να κανουμε δωρακια στα πεθερικα μας εκατερωθεν, πηραμε στεγαστικο δανειο για να στησουμε τη φωλιτσα μας και εναν διακανονισμο για μια καθωσπρεπει BMW διοτι μερικοι εκτος απο την ηλικια γαμου ερχονται και σε «Ηλικια BMW». (Εδώ).

  2. ... και ωθεί το μέσο έλληνα σε ατομική κατανάλωση χωρίς όριο...
    βάζοντάς τον να παίρνει στεγαστικά, επισκευαστικά,καταναλωτικά, διακοποδάνεια,εορτοδάνεια,γαμοδάνεια και γενικώς γαμησοΔΑΝΕΙΑ... (Εδώ).

  3. Διακοποδάνεια, γαμοδάνεια (από αυτά που ο άλλος έχει κάνει παιδί, έχει χωρίσει κι ακόμη το πληρώνει), δάνεια για αυτοκίνητο, γι' αδυνάτισμα... (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified