εκ του Χουπ (Hoop): είναι το στεφάνι της μπασκέτας.

Στην διάλεκτο του πεζοδρομίου σημαίνει παίζω μπάσκετ. Χρησιμοποιείται σε καταστάσεις του Street BasketBall: παιχνίδι μπάσκετ σε εξωτερικό χώρο.

Σημείωση: οι μπασκέτες έχουν σιδερένιο φιλέ για να μην κόβεται.

- Πάμε μπασκετάκι σήμερα ρε μαλάκα; Έχω 2 εισιτήρια στις κεντρικές θύρες απέναντι από τα επίσημα.
- Άσε ρε μαλάκα, θα κάτσουμε μαζί με όλους τους χούπηδες... Θα πάω να καθίσω στο πέταλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός ο οποίος προέρχεται από το μπασκετικό alley-oop, ή αλλιώς (στα ελληνικά), χουπ.

Οι χούπηδες ισχυρίζονται πως είναι μπασκετικοί φίλαθλοι και μιλάνε μεταξύ τους με καθαρά μπασκετικούς όρους, όπως: πικ εν ρολ, άλεϊ ουπ, τρανζίστορ, μπακ κορτ κτλ.

- Πάμε μπασκετάκι σήμερα ρε μαλάκα; Έχω 2 εισιτήρια στις κεντρικές θύρες απέναντι από τα επίσημα.
- Άσε ρε μαλάκα, θα κάτσουμε μαζί με όλους τους χούπηδες... Θα πάω να καθίσω στο πέταλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified