Μπατάκι είναι στη Β. Ελλάδα το μέρος με λάσπες - βούρκος. Μπατακώνω σημαίνει κολλάω σε λάσπες.
Μπατάκωσα με το αμάξι ρε Χάρη, έλα με το τζιπέτο να με τραβήξεις.
Got a better definition? Add it!
Published 2013-03-21 11:56:30+00:00 Last modified 2013-03-22 15:34:57+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.