Μπατάκι είναι στη Β. Ελλάδα το μέρος με λάσπες - βούρκος. Μπατακώνω σημαίνει κολλάω σε λάσπες.

Μπατάκωσα με το αμάξι ρε Χάρη, έλα με το τζιπέτο να με τραβήξεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified