Αυτή την λέξη την σκαρφίστηκα στο σχολείο. Όταν λέμε κάποια ή στην δική μου περίπτωση ένα κορίτσι γυπαετό, εννοούμε ότι το συγκεκριμένο κορίτσι έχει έναν αξιοθαύμαστο μεγάλο κώλο. Στην κορυφή είναι ο ορίτζιναλ γυπαετός ή σκέτο ορίτζιναλ, ο κώλαρος δηλαδή. Επίσης μπορούμε να πούμε ότι το κορίτσι έχει φωλιά του γυπαετού.

  1. - Ρε Μήτσο, κοίτα έναν γυπαετό!
    - Ναι αλλά δεν συγκρίνεται με τον ορίτζιναλ!

  2. - Έχει μία φωλιά του γυπαετού αυτή!...
    - Σκέτος ορίτζιναλ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το καμάκι που καταφέρνει να τσιμπολογάει γκόμενες σαν αρπακτικό.

Είδες ο Θάνος; Μεγάλος γυπαετός. Από την ώρα που μίλησε στο γκομενάκι στο μπαρ, δεν πρόλαβε να περάσει μία ώρα και το φάσωσε στις τουαλέτες.

Got a better definition? Add it!

Published