rhino redirects here.

Χαρακτηρίζει τους ανθρώπους των οποίων τα μαλλιά είναι κουρεμένα σε σχήμα κέρατου ρινόκερου.

- Σ' αρέσουν τα μαλλιά;
- Τι να μ' αρέσουν ρε! Ράινο! Ε, ράινο!
- Σα ρινόκερος κουρεύτηκες! Χαχαχα !

Μαλλί ράινο - προχώ (από poniroskylo, 14/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified