Εκ του τέπο.
Η πράξη του τέπειν.
Όταν ακυρώνεις μία κατάσταση είτε εκ των προτέρων είτε κατά την διάρκεια αυτής. Κλίνεται κατά το ρήμα τέρπω.
-Θα έρθει ο Μήτσος; -Μπα, τέπει σήμερα
Πήγα στο πάρτι χτες αλλά ήταν σώτα και έτεψα γρήγορα
Got a better definition? Add it!
Published 2018-09-04 14:27:47+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.