dt, τo απειροελάχιστο διάστημα χρόνου, πολύ γρήγορα (προφέρεται: «ντε-τε»).

Εξαφανίστηκε σε ντε-τε. Δεν πρόλαβα να τον ρωτήσω πού θα πάει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified