Πολύ, προέρχεται απο την λέξη shumë. Συνήθως όμως αναφέρεται και μόνο του στην πρόταση οταν θέλουμε να πούμε οτι κάτι ειναι πολύ καλο, αλλα και στο φαγήτο οταν ειναι πολύ νόστημο.

-Κίκος: Έφτιαξα πούλ με πατότεν.
-Γιάννης: Μμμμμμ, σουμμμμ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified