Από σποτ των εβδομήνταζ του Azax για τα τζάμια. Στη διαφήμιση η νοικοκυρά υποτίθεται πως απλά άνοιγε το μπουκάλι και από μέσα έβγαινε ο -και καλούα- άσπρος σίφουνας και καθάριζε όλο το σπίτι (η βρωμιά ήταν απλά ένα σαλόνι με σκοτεινή μαύρη εικόνα, που από πάνω του περνούσε ο ''άσπρος σίφουνας'' και το έκανε ''καθαρό'')

Η έκφραση χρησιμοποιείται για να πειράξουμε κάποιον που κάνει κάτι υπερβολικά γρήγορα/βιαστικά ή γίνεται καπνός όταν βλέπει κάποιον/κάτι.

  1. Γράφε πιο σιγά, ο άσπρος σίφουνας είσαι?
  2. Μόλις είδε ότι η ώρα πήγε 10, πήγαινε σαν τον άσπρο σίφουνα για να ετοιμαστεί και να πάει στην δουλειά του.

Με διπλάσιο αμμωνιαζόλ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified