Συνώνυμο της καλής, της εξυπηρέτησης. Χρησιμοποιείται κάποιες φορές για να υποδηλώσει την εξυπηρέτηση που μπορεί να κάνει ένα παλικαράκι (από τα λίγα).

- Ρε Μήτσο θέλω λάσπη, πες μια του Τάσου.
- Τάσο κάνε μια παλικαριά και φτιάξε λίγη λάσπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified