Ο όρος προέρχεται από ένα από τα Επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, τον Κολοσσό της Ρόδου. Ήταν ένα μπρούτζινο άγαλμα, τεράστιο σε διαστάσεις, το οποίο απεικόνιζε τον θεό Ήλιο, προστάτη του νησιού. Είχε ύψος 33μ. και στηριζόταν σε μαρμάρινο βάθρο. Γύρω στο 226 π.Χ., μόλις 60 χρόνια μετά τα αποκαλυπτήρια, ο Κολοσσός κατέρρευσε, από έναν σεισμό. Μέχρι σήμερα στα Ελληνικά αλλά και σε όλες τις Λατινογενείς γλώσσες «κολοσσιαίο» σημαίνει ένα μεγάλου μεγέθους, εντυπωσιακό έργο. Tο θέατρο της Αρχαίας Ρώμης (80 π.Χ.) που ονομάστηκε Κολοσσαίο (Colosseo) είχε στην είσοδό του ένα άγαλμα με εμφανή ομοιότητα στον Κολοσσό της Ρόδου, που μετά τον θάνατο του Νέρωνα αφιερώθηκε στον θεό Ήλιο. Χιλιετίες αργότερα, ανεγέρθη με σύγχρονα μέσα το Άγαλμα της Ελευθερίας, που έχει το ίδιο μέγεθος, την τεχνική αλλά και τον συμβολισμό του Κολοσσού της Ρόδου.
Το συγκεκριμένο λήμμα απορρέει από την έννοια του Κολοσσού της Ρόδου, αλλά αποτελεί έκφραση ειρωνείας και ένδειξη χαοτικής διαφοράς από την αναφερόμενη έννοια. Θα μπορούσαμε για παράδειγμα να χαρακτηρίσουμε έτσι τον κοντό άνθρωπο, ένα αρκετά δυσμενές αποτέλεσμα, κλπ.
Απόσπασμα από την ταινία «Της κακομοίρας»
Μπαίνει ο Ρίζος στο μπακάλικο
Χατζηχρήστος: - Καλώς τον Κολοσσό της Ρόδου...- Πώς πήγε ο φίλος σου στις πανελλαδικές εξετάσεις;
- Κολοσσός. Σε κανένα μάθημα δεν κατάφερε να πιάσει τη βάση.