(την κάνω) χάμπατις = κάνω το κορόιδο, αμολάω αετό.
Προέρχεται από το χαμπάρι +τις (=κάποιος).
- Μόλις έκανε κόζι το φλώρι το σπαθί (μαχαίρι), κιότεψε και την έκανε χάμπατις.
Got a better definition? Add it!
Published 2007-01-04 10:14:22+00:00 Last modified 2015-05-09 18:36:01+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.