Γρήγορος, φορτσάτος, όταν κάνει κάτι «τακ τακ».
-Θα πάμε μέχρι του Βάγγου; -Άντε, πάμε τακτόβιοι.
Got a better definition? Add it!
Published 2007-01-21 22:01:58+00:00 Last modified 2015-05-09 19:06:10+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.