Ο πολύ μίζερος, ο μόνο μίζερος, ο διπλά μίζερος, υποχόνδριος, κλπ.

- Καλό παιδί και τακτικό ο Λάκης...
- Α παπαπάααα! αυτός είναι μεγάλη πρωκτικάντζα ρε συ! δε θυμάσαι τι έκανε στη Φρόσω, που πήγανε να γαμηθούνε και έβγαζε τα ρούχα του ένα-ένα και τα δίπλωνε και τα τοποθετούσε τακτικά πλάι στο κρεβάτι, ο μιζερομίζερος;

βλ. και μιζμίζης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified