SLANG.gr
  • Ελληνικά
  • Sign up or log in
  • Lemmas
  • Definitions
  • Comments
  • Tags
  • Members
  • Forum
  • New definition

Lemma results (905)
Showing 421-480 from 905 · Show all (24669)

  • A Z
  • Many definitions one
  • Newer Older
  • α
  • β
  • γ
  • δ
  • ε
  • ζ
  • η
  • θ
  • ι
  • κ
  • λ
  • μ
  • ν
  • ξ
  • ο
  • π
  • ρ
  • σ
  • τ
  • υ
  • φ
  • χ
  • ψ
  • ω
  • #
  • en
  • Random
  • All
έμπαινε 1 εμπαστακώθηκενε 1 έμπειρη παρθένα 1 εμπειρία 2 εμπειρίας 1 εμπειρίκος 1 έμπειρος 1 έμπειρος της Βενετίας 1 έμπολας 1 εμπορικάριος 1 εμπορίκλα 1 έμπορος πολυτίμων χόρτων 1 εμποροσπιτάς 1 έμπος 1 εμπρηστικός 1 εμπρός στον έτσι που χάραξε ο τέτοιος 1 έμπτι φιούελ/ empty fuel 1 εμπυρία 1 εμπυρογνώμονας 1 έμπυρος 1
εμφατικό άρθρο 1 εμφιαλωμένη 1 εν εγκαίρω time 1 εν κατακαυλείδι 1 εν μέρει christmas 1 εν πράει 1 εν τοιαύτη περιπτώσει 1 εν φακκώ πενιά 1 ένα - μηδέν 1 ένα ίσον κανένα 1 ένα και ένα κάνουν δύο 1 ένα και ένα μίλκο 1 ένα κι ένα milko 1 ένα κι ένα κάνουν δυo 1 ένα με το χώμα 1 ένα μυαλό χειμώνα καλοκαίρι 1 ένα παρά πέντε 1 ένα πέο κάτουρο 1 ένα ποτό 1 ένα πράμα 1
ένα στα γρήγορα 1 ένα στρέμμα στο σφυρί, ένα ντάτσουν στην αυλή 1 Ένα τάλαρο λιανά 1 ένα τίποτα με μπόλικο καθόλου 1 ένα τσιγάρο δρόμος 2 ένα φιδέ κι ακίνητος 1 ένα χέρι πούτσο 1 ένα(ν) + επιθετικός προσδ. + δες ρε 1 ένα-δύο 1 ένα-ένα τα γκαζάδικα στο Σουέζ 1 εναγρίωση 1 εναλλά(ς) 1 εναλλακτικίλα 1 έναν χαρούμενον φασαρίαν (μία χαρούμενη φασαρία) 1 ένας / μια άλφα (κάτι) 1 ένας κορίτσαρος σωστός γενίτσαρος 1 ένας να σ'τον κρατεί, κι ένας να σ'τόνε βάνει 1 ένας οπαδός - ένας αρχηγός 1 ένας σκασμός 1 ενδεκαδάτος 1
  • « Previous
  • 1
  • 2
  • 3
  •  .. 
  • 5
  • 6
  • 7
  • 8
  • 9
  • 10
  • 11
  •  .. 
  • 14
  • 15
  • 16
  • Next »
  • Terms & Conditions
  • Privacy Policy
  • Contact

© SLANG.gr 2006-2015

Sign up or log in

Login

I forgot my password!

New member registration

Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.