SLANG.gr
  • Ελληνικά
  • Sign up or log in
  • Lemmas
  • Definitions
  • Comments
  • Tags
  • Members
  • Forum
  • New definition

Lemma results (2631)
Showing 1141-1200 from 2631 · Show all (24673)

  • A Z
  • Many definitions one
  • Newer Older
  • α
  • β
  • γ
  • δ
  • ε
  • ζ
  • η
  • θ
  • ι
  • κ
  • λ
  • μ
  • ν
  • ξ
  • ο
  • π
  • ρ
  • σ
  • τ
  • υ
  • φ
  • χ
  • ψ
  • ω
  • #
  • en
  • Random
  • All
πετυχυσιά 1 πεύκο 1 πευκοβελόνα 2 πευκοβελόνινγκ 1 πεύμα 1 πέφτει η ασφάλεια 1 πέφτει ξύλο 1 πέφτει παντόφλα 1 πέφτεις απ’ την Ακρόπολη και πιάνεις πορτοφόλι 1 πέφτης 2 πέφτινγκ 1 πεφτοδρόμιο 1 πεφτοπηδίκουλας 1 πεφτοσυννεφάκιας 1 πέφτουλας 1 πεφτουλίδι 1 πεφτοχαλάστρας 1 πέφτω να κάνω τη μπάμια τη γιαχνιστή 1 πέφτω στο σκληρό δίσκο 1 πεφωτισμένος ταρίφας 1
πεχλιβάνης 1 πέψη μαξ 1 πεΐδιον 1 πήγα να σηκώσω τον Παρθενώνα κι έμεινα με τα μάρμαρα 1 πηγαδομούνα 1 Πηγαδομούνοβα, Τατιάνα 1 πηγάδω 1 πηγαίνω κομμάτια 1 πηγαίνω προς νερού μου 1 πηγαίνω στον πολιτισμό 1 πηγαίνω τάπες 1 πηγαίνω τον κώλο μου 1 πηγαίνω ψυγεία 1 πήγε για ανωμαλί και βγήκε αγγουρεμένος 1 πήγε για μαλλί (της γριάς) και βγήκε με ποπ-κορν 1 πηδάει δόντι 1 πηδάριθμος 1 πηδάω 1 Πηδάω (στον αέρα / στο ταβάνι / στον ουρανό κ.ο.κ) 1 πηδάω τον καρχαρία 1
πηδηματογράφος 1 πηδήξιμος 1 πηδήχτε με κι αφήστε με! 1 πηδηχτιούχος 1 πηδηχτρώνα 1 πηδιά 1 πηδιάς 1 πηδίκουλας 1 πηδιόλα 1 πηδιόλης 1 πηδοβολάω 1 πηδόζωο 1 πηδομαλάκας 1 πήδος 1 πήδος, πήδουλος, πήδουλας 1 πηδούκλω 1 πηδύλλιο 1 πήζει το τυρί 1 πήζω 4 πηλάλα, πιλάλα 2
  • « Previous
  • 1
  • 2
  • 3
  •  .. 
  • 17
  • 18
  • 19
  • 20
  • 21
  • 22
  • 23
  •  .. 
  • 42
  • 43
  • 44
  • Next »
  • Terms & Conditions
  • Privacy Policy
  • Contact

© SLANG.gr 2006-2015

Sign up or log in

Login

I forgot my password!

New member registration

Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.