παίζει κ σε φάρσες:
- παλιοτόμαρο, καρκινιάρη άντρα!
- ...
- πώς σου φάνηκε;
- ε, νταξ, καλό ήτανε.
(ή κάπως έτσι.)
κ αλμυρές.
τελικά οι θεοί είναι πολλοί. κάτι ήξεραν οι αρχαίοι ημών...
μώρε πέρνα από δω να σε φιλέψω κ τα βρίσκουμε αυτά.
ε, φάε κρέας.
(νομίζω με ζήτησε κάποιος...)
κ λέγε με
του γάμησες...
«δεν κατάλαβα, αγαπητοί μου θείοι». με βάζεις να μιλώ κ τη βαρβαρική...
j'ai pas compris, mes chers oncles...
ως λάτρης του είδους, σέβομαι κ εγώ λήμμα κ ορισμό.
αυτό να το διαβάσουμε οι μη γερμανομαθείς, ή δε λέει σε μετάφραση;
ο εκ δράμας παππούς μου πάντως έλεγε ότι «αν τσιγκλάς το γάιδαρο, πορδές θ' ακούσεις».
(η κόλαση είναι το Γουρουνοπούτσι του Άλλου, Ζαν-Πωλ Σαρτρόπουλος)
καλά ρε άχρηστε, ούτε μια δουλειά σωστή πλέον;;;
τα j στα νjι κ τα λjι πού είναι;;;
ζητώ εκ των προτέρων συγγνώμη.
δουλεύει ο ηράκλειτος σε ένα μαγαζί με τυριά. μπαίνει πελάτης.
- τι τυρί είναι αυτό;
- brie (μπρι).
- κι αυτό;
- brie κι αυτό.
- μα τι διάολο...
- τα πάντα brie.
(άκυρον)
κ πόθεν συνήγαγες τούτο όλον εσύ;
συνώνυμο κ το «το ψήνω».
θα διακινδύνευα ετυμολόγηση απ' τον καφέ. έχω αντίληψη ελασίτη.
πουλάκι δεν έχετε να παίξετε; κάντε κάτι κ για το ξεχού τουλάστιχον, είστε μπίτι άμπαλοι.
πάρτε κ μια συλλογή από ερασιτέχνες.