#1
vikar

in τόξο

Όντως καλό! Δέν τό 'ξερα.

#2
vikar

in παρεμπιφτού

Κι' επίσης, και παρεμπιπτό θα τ' ακούσεις:

[I]1. Παρεμπιπτό, να κάνω και μια διόρθωση... (ρεμπέτικο τζιάρ)

  1. Παρεμπιπτό, έμαθα πρόσφατα μια σημασία της λέξης ατζαμής λίγο διαφορετική από τη γνωστή. Συνήθως λέμε ατζαμή αυτόν που είναι άγαρμπος σε κάτι ή άγαρμπος γενικά. Άκουσα όμως (συγκεκριμένα από Καλύμνιους σφουγγαράδες) να λένε ατζαμή αυτόν που είναι απλώς πρωτάρης σε κάτι, χωρίς μειωτική απόχρωση. (λεξιλογία τζιάρ)[/I]

Το παρεμπιπτό βέβαια δέν είναι τόσο παιχνιδιάρικο, είναι απλά κομμέ.

#3
vikar

in πίπουλα

Τώρα που το σκέφτομαι, και το κωλοπίπελο / κωλοπίπιλο (ο κόκκυγας της κότας σε συμφραζόμενα λαϊκής κουζίνας) πολύ πιθανά βγαίνει απ' το πούπουλο («το φτερό του κώλου» δηλαδή).

#4
vikar

in μπουρακωλιάζω

Απ' το μπουρί να υποθέσω;

#5
vikar

in μπάκα

Το κασίδα παίζει άρα γενικότερα σε τέτοιες στερεότυπες ατάκες-απαντήσεις (δες και δώ). Ήξερα το «νέκρα και κασίδα» και το «μόρα και κασίδα».

#6
vikar

in ζουμπουρλού

Εμ με τέτοια προχειρότητα, πού να πάει το σάιτ μπροστά κύριοι;...

#7
vikar

in φιξάκι

Ιρονίκ, άμα ξαναβρεθούμε απο κοντά θα σου δείξω εγώ να μάθεις...

#8
vikar

in παρεμπιφτού

Σάν να κρατάει κάτι και απ' το επαυτού, νόν;

#10
vikar

in πάω κάτι κόσα

Πάσο φίλε, δέν έχω ίδια εμπειρία, πάντως αυτό εδώ ξερω για κόσα, και όπως λέει και στο λίνκ ή όπως έχω δεί και σε ταινίες ξερωγώ, μπορεί να χρησιμοποιηθεί (παλιότερα τουλάχιστον) και για θέρισμα.

#11
vikar

in φασιακούτας

Μεσσηνία κι' αυτό; Ξέρουμε απο πού βγαίνει;

#12
vikar

in λότζιο

Η λότζια είναι όντως στανταράκι απο ιταλόφερνη αρχιτεκτονική, η ιταλιάνικη «γαλαρία» απ' όσο καταλαβαίνω (ενώ λότζιες στη γερμανία, τουλάχιστον, λένε σήμερα τα κλειστά με τζαμαρία μπαλκόνια). Ωραίος ο Γκάτζ.

#13
vikar

in ξανά μανά

Τη γενικότερη χρήση του προθήματος μ- (που εδώ συγκεκριμένα αντικαθιστά το ξ- του ξανά) αναφέρει κι' ο κυρ-Σαράντ σε πρόσφατη ανάρτηση.

#14
vikar

in μποτσάρω

Το μποτσάρω εκ του botch παιδιά στέκει και καραστέκει όπως το λέει ο Παπάρας, και με τη σημασία που το λέει. Μπλαμπλά περι μποτσόζαρων σε παιχνίδια ρόλων, στα αγγλικά, βρίσκω εδωπέρα πιχί. Τ' οτι δέ το λεξιλόγιο των παιχτών ρόλων είναι περισσότερο αγγλικό απ' ότι ελληνικό, είναι γνωστό στους σχετικούς κύκλους (κάτι σάν τη ζαργκόν των πληροφορικάριων, και πολύ χειρότερα όμως, καθότι τα παιχνίδια ρόλων δέν διδάσκονται στα πανεπιστήμια...).

Πρόκειται λοιπόν για διαφορετικό δάνειο απο τα μποτζάρω και μποτσάρω που αναφέρονται πιο πάνω.

#15
vikar

in -έτο

Αυτή η ανάρτηση έλειπε. Αλλα ρε φίλε, είσαι σίγουρος οτι βγαίνει απ' τον τυπά που λές; Γιατι τότε θα έπρεπε να λέμε όχι «γκομενέτο» ξερωγώ, αλλα «γκομενέτο'ο».

#16
vikar

in μπύρα του οικοδόμου

Βλέπε και οικοδομικό.

#17
vikar

in ψάχνομαι

Και φυσικά, δέν λέγεται μόνο απο άντρες για γυναίκες.

#18
vikar

in ψάχνομαι

Πολύ συνηθισμένη αυτή η σημασία, όντως, άν και ο γενικότερος ορισμός του νοθεΐτη την καλύπτει.

#19
vikar

in σμπίρος

Παίδες και παιδούλες, ο τεκνίσιαν μας έκανε προσφάτως μία αναβαθμισούλα στο σέρβερ και ίσως ανακύψουν και άλλα απρόβλεπτα προβλήματα (είχαμε χθές το πρόβλημα με το ανέβασμα πολυμέσων πιχί). Πλίζ, αναφέρετέ τα κατευθείαν με πιμί στους μότζ.

Θένξ, και σόρι απ' τον αλίβ.

#20
vikar

in μαλάκας

Αυτή ρε κατεβάζει σφηνάκια βόρτεξ απ' το πρωί ως το βράδυ εδώ και μήνες. Γιατί λες έχει αραιώσει απ' το σάιτ;

#21
vikar

in χιπστεράς, χιπστέρι

Γαμώ τα σεντόνια!

#22
vikar

in χέντακας

[όκ κέικ, πάει κι' αυτό...]

#23
vikar

in χέντακας

Που ρε σείς, το χανγκόβερ δέν το έχουμε!... (Περιττό να πούμε οτι ούτε ο Μπαμπινιώ ούτε ο Τριαντά την ξέρουνε τη λέξη).

#24
vikar

in χέντακας

Καλό!

Άν δεν τό 'χουμε πεί κι' αλλού, ενδιαφέρον οτι ενώ στα ελληνικά έχουμε πάρει την αγγλική τη λέξη, στα παλιοελληνικά το λέγανε κραιπάλη.

#25
vikar

in μπισκότο

Όντως κι' εγώ εχω πρόβλημα. Ειδοποιώ μία τον τεκνίσιαν.

Μπορείς και με -άδα και με -ότητα και με -ία... Και με -μπίλ μη σου πώ.

Ντράι, στο σάιτ γενικώς δέ μας χαλάν οι παροιμίες, άν και οπωσδήποτε δέν τις λές πάντα αργκό. Γενικώς, απόψεις περι καταχωρισιμότητος διαφόρων εξημών, θα τις βρείς όταν φτάσεις κάποτε στο σίγμα.

#27
vikar

in λαμαρινίαση

Δέ ξέρω απο σαϊκόλοτζι, αλλα για μορφή «ιδρυματισμού» μου κάνει: αγγλική Γουικιπίντια, ένας ορισμός, και μιά αναφορά.

#28
vikar

in μπακακάς

Και μπακακός φυσικά.

[I]- Σκεύου τώρα νά 'κανες γαμπρό τον ελεκτρολογάκο, και κουμπάρο τον Κιτσάρα!...
- Μή μου τον μελετάς αυτόν κυρα-Δέσποινα γιατι έτσι μού 'ρχεται καμια μέρα να τον βάλω κάτω, να τον πατήσω σά μπακακό.

(Ντ. Κατσουρίδης, «Της κακομοίρας», 1963)[/I]

#29
vikar

in μπάκα

Ε αφού το πάμε έτσι, μπάκε είναι και το κωλομάγουλο στα γερμανικά... :-Ρ

#30
vikar

in ...και σκατά

Έξω απ' το τάβλι, άλλες εκφράσεις με παρόμοια χρήση, που επεκτείνει δηλαδή το πεδίο αναφοράς, απο το αναφερόμενο αντικείμενο, σε κάθε πιθανό παρόμοιο αντικείμενο, είναι ...και μαλακίες, ...και παπαριές, ...και σούξου-μούξου, ...και δέ συμμαζεύεται... Αυτές βέβαια ενέχουν και ισχυρό στοιχείο υποτίμησης. (Η λειτουργία της καθολικής ποσόδειξης στην αργκό και καθομιλουμένη... χμ...)