Ούτε ο Μίστερ το λέει στον ορισμό, ούτε εγώ καταλαβαίνω τη λέξη να προϋποθέτει θυμό ή οργή. Άμα σκυλιάσεις μπορεί να μπιτσιάσεις, αλλα μπορείς να μπιτσιάζεις και εντελώς ψύχραιμα.
Παρεμπιπτόντως, το ρήμα δέν το έχω ακούσει ποτέ, αλλα έχω ακούσει συχνά το μπιτσάρα για γυναίκες.
Ε όχι και απόλυτο συνώνυμο ρε σύ, μπιτσιάζω δέ σημαίνει «θυμώνω» ή «εξοργίζομαι», ίσα που προϋποθέτει έναν άλφα αυτοέλεγχο.
Καροτάκι ή απλά καρότο, είναι και σχετικά εύκολο πείραγμα για κοκκινομάλληδες, όπως μου θύμισε πρόσφατα φίλος.
Μπέτα κι' ιρονίκ (και χότζα και τζίζα και όσοι άλλοι σημειολόγοι), τό 'πε κι' ο- όπα, λάθος· τό 'πε κι' ο Καστοριάδης: δέ μπορεί μια κοινωνία με το δικό της εδώ και τώρα, να βλέπει μια άλλη κοινωνία απο την οπτική γωνία της δεύτερης --κι' είν' απ' τα πράγματα που είπε ο τύπος με τα οποία συμφωνώ.
Απ' αυτό ξεκινώντας, το ζήτημα για μένα είναι: να παρατηρούμε άλλες κοινωνίες ή όχι; (στην πιό ειδική του περίπτωση: να κάνουμε ιστορία ή όχι;) Και άν ναί, στη γλώσσα ποιάς κοινωνίας, της δικιάς ή της άλλης;
Βασικά, απ' τη θάλασσα μας ήρθε, εξού κι' οι ορισμοί των λεξικών.
Το γιούζερνεϊμ μάλλον.
(ρε πάτσις, αυτό ειναι προστακτική τώρα;)
Πάμε πάλι: «Το να αναφέρεσαι στο άτομό σου με ζήλια και φθόνο δηλώνει απλά οτι θά 'πρεπε κανείς ν' αναφέρεται στο άτομό σου με ζήλια και φθόνο γιατί όχι απλά το αξίζεις, αλλα είσαι τόσο υπεργαμάτος που σε φθονείς κι' εσύ ο ίδιος».
Τώρα καλύτερα;... ;... ;...
Άκανθε, το «στη μέση» το εννοείς γεωγραφικά;
Σωστός. Πιθανόν και το βατράχι να κρατάει απο κεί.
Ά, και ξέχασα να πώ: γαμώ τις καταχωρίσεις. Ώς συντονιστής τουλάχιστον, με λινκαρίσματα και τρέχα γύρευε, το βλέπω να χρησιμοποιείται ίσως και πιό κάργα απο κάθε άλλη σημασία που έχουμε στο ίδιο λήμμα, και μιλάω κυρίως για την πρώτη σημασία που λέει ο τζίζας, αυτή του ρε πούστη (που στα προηγούμενα σχόλιά μου δέν πιάνω καθόλου). Για χρηστικούς λόγους, ο ορισμός θά 'θελε ένα καλό σπλίτ, παρεμπιπτόντως...
Λοιπόν, εδώ μιλάμε καταρχήν πάλι για αλλαγή προσήμου της σημασίας της λέξης (έχουμε συζητήσει σε πολλά άλλα σημεία στο σάιτ, δείτε σχόλια σε φρικιό, λέει και μπροστά, ας πούμε, και φυσικά σε λήμματα όπως αλήτρα και αρκετά άλλα --το μάζεμα είναι στα προσεχώς μου, άν δε με προλάβει άλλος). Πιό συγκεκριμένα, μιλάμε για αλλαγή προσήμου απο φθόνο ή ζήλια (αλλα όχι απλά μίσος):
κοίτα ρε τον πούστη τί γκομενάκι έβγαλε πάλι,
κοίτα ρε τον κερατά τι γκομενάκι έβγαλε πάλι,
κοίτα ρε το μουνί τι γκομενάκι έβγαλε πάλι*,
κοίτα ρε τον καργιόλη τι γκομενάκι έβγαλε πάλι,
κοίτα ρε το κωλόπαιδο τι γκομενάκι έβγαλε πάλι,
κοίτα ρε το αρχίδι τί γκομενάκι έβγαλε πάλι,
κοίτα ρε την κουφάλα τί γκομενάκι έβγαλε πάλι.
Εδώ μπορεί κανείς να βάλει ότι βρισιά παίζει στην πιάτσα· δέν είναι καθόλου απαραίτητο να την εννοεί κυριολεκτικά, απλά θα δηλώνει φθόνο. Ας πούμε, στο εντελώς αυθόρμητο, μπορεί κάλλιστα να πεί κοίτα ρε τον αγάμητο τί γκομενάκι έβγαλε πάλι, ακόμη και όταν προφανώς ο άλλος είναι κάθε άλλο παρά αγάμητος. Οι βρισιές σε τέτοιες περιπτώσεις αποκόβονται απο κάθε ετυμολογία και συνίστανται μόνο στον ήχο τους (σημαίνουν μόνο ήχο), κουβαλάν δηλαδή ένα φωνητικό φορτίο που έχει εντυπωθεί ως αρνητικό στο αφτί του ακροατή απο άλλες, κυριολεκτικές χρήσεις. (Και τις βρισιές πρεπει κάπου κάπως κάποτε να πιάσουμ' εδωμέσα λίγο μαζεμένα.)
Σε κάθε περίπτωση, παρατηρήστε πώς κάθε βρισιά απο τις πάνω μπορεί ν' αντικαταστήσει το πούστης με τη δεύτερη αυτή σημασία του ορισμού. Πλάκα δεν έχει;!...
Γράφει βέβαια στον ορισμό ο τζίζας:«παίζει ευρύτατα και σε αυτοπαθείς ατάκες αυτοθαυμασμού, που αυτόματα αναιρούν αυτήν την περίπτωση, και δεν φαίνεται να προέρχεται από την παραφθορά κάποιας αρχικής έκφρασης θαυμασμού μετά φθόνου ή μίσους». Δέ συμφωνώ, στην αυτοαναφορά πρόκειται και πάλι, ακριβώς για φθόνο ή ζήλια (αλλα όχι μίσος). Το να αναφέρεσαι στο άτομό σου με ζήλια και φθόνο δηλώνει απλά οτι θά 'πρεπε κανείς ν' αναφέρεται στο άτομό σου με ζήλια και φθόνο γιατί το αξίζεις (ή οτι ήδη αναφέρονται στο άτομό σου με ζήλια και φθόνο) --και φυσικά, το κάνει κανείς συνήθως με διάθεση χιουμοριστική, όπως άλλωστε συμβαίνει και με τις ετεροαναφορές.
Τώρα: πρόκειται κάθε φορά όντως για αλλαγή προσήμου, ή η σημασία παραμένει τελικά αρνητική; Αφίεται ως άσκηση για τον αναγνώστη... Επίσης: Μιλάμε για «αλλαγή προσήμου», αλλα υπάρχουν αλλαγές απο θετικό σε αρνητικό πρόσημο;...
Απ' ότι συνειδητοποιώ, οι αλλαγές προσήμου απο φθόνο στην αργκό είν' ολόκληρη κατηγορία απο μόνες τους (όλες τις βρισιές να πάρει κανείς...). Μία άλλη κατηγορία είναι η δισημία των αυτοπροσδιορισμών των μειονοτήτων (όπως το νίγκερ των αμερικάνων, έτσι στα ελληνικά και τα αγανακτισμένοι / αγανακτίστας, ταρατσόβιοι, φρικιά κι' ακόμη και τα γαύροι/βάζελοι όπως επισημαίνει και ο Άλλος σχολιάζοντας στο φρικιό). Μία άλλη κατηγορία, λέξεις με σημασίες του κοινωνικού περιθωρίου (τυπικό παράδειγμα η αλητεία, αλλα τό 'χα ξαναπιάσει και εκεί, παπαρολογώντας για τη βρομιά στην αργκό). Και βλέπει κανείς πώς σε κάθε κατηγορία απ' τις τρείς, έχει να κάνει με γλωσσικά φαινόμενα της αργκό, και μόνο της αργκό. Τελοσπάντων, νομίζω οτι κάτι γίνεται με το ζήτημα σιγά-σιγά.
Καλημέρα μας.
Ο έναρθρος πούστης**, πιχί «τί έκανε ρε ο πούστης», «κοίτα ρε τους πούστηδες τα τζαπάνια πάλι τί βγάλανε» και παρόμοια, να πούμε οτι παλιότερα -αλλα και ακόμα, στο πιό μπαμπαδίστικο ίσως- ήτανε *έναρθρος κερατάς: «τί έκανε ρε ο κερατάς», «κοίτα ρε τους κερατάδες τα τζαπάνια πάλι τι βγάλανε».
Με βάση αυτήν την παρατήρηση, καταπρώτον, το σενάριο του Χάν επάνω εμένα μου χωλαίνει. Έχει ενδιαφέρον, καταδεύτερον, οτι και το κερατάς, όπως και το πούστης, είναι καταρχήν βρισιά (η οποία εδώ χρησιμοποιείται θετικά).
Βιαστικά αυτά, τα ξαναλέμε.
Ωραίος, κι' ενδιαφέρουσα η προέλευση -σημειωτέον οτι Τριαντάφυλλος και Μπάμπης την αγνοούν τη λέξη. Οι νότιοι την ξέρετε;
Ρε παιδιά, τελικά, κατα τη γνώμη σας δηλαδή, λ έ ε ι τίποτα αυτός ο Ντοστογέφσκι ή παπαριές;...
Σχετική κουβέντα και στη Λεξιλογία.
Έ, γρά, ψές. Σαφώς και έρλι νάιντιζ, έως και μίντ νάιντιζ (αλλιώς δέν θα τό 'ξερα κάν το μέρος).
Δέ λέμε ούτε τό 'να ούτε τ' άλλο ούτ' ο ένας ούτ' ο άλλος. Άλλους δυό συνδυασμούς έχεις, εκεί θα μας βρείς.
Ας μή ξεχνάμε πάντως οτι για όλα φταίει ο πάτσις, έτσι;...
Η σχέση καταπίεσης αφορά τουλάχιστον δύο άτομα. Σε κάθε κοινωνία των άνω των δύο, τροφοσυλλεκτική ή καπιταλιστική, ναί, μπορείς να έχεις καταπίεση.
Και μήν αρνιέσαι τη συζήτηση μαζί μου ρε π'στ', εγώ τί θα κάνω τώρα έξω απ' το λαγούμι;...
Δεινόσαυρε, και εγώ μιλάω υπογείως για την παραγνώριση του εξής: άν καταπιέζεις τον έναν που τον ξέρεις κιόλας, τότε θα καταπιέσεις και τους εκατοντάδες, χιλιάδες ή εκατομμύρια ανώνυμους.
Τελικά, το οτι το φασίστας στη χρήση των ελληνικών έχει σε μεγάλο βαθμό απεξαρτηθεί απ' το Μουσολίνι, δέν πρέπει να παραπλανά· η σημασία του είναι ακόμα κάργα πολιτική. Και όταν λέω οτι το «κρέμα τους φασίστες πρίν να σε κρεμάσουν» είναι φασιστικό, θα το εκτιμούσα να με παίρνανε στα σοβαρά ως προς αυτό που εννοώ χωρίς τα μπιρμπιρολογήματα, που λέει κι' η ιρονίκ.
Αλλα άν ο τζίζας κοροϊδεύει και αφορίζει εμένα μπαϊ ντιφόλτ για το «εθνικιστική μιλιταριστική επεκτατικότητα», ή για το οτι χρησιμοποιώ το φασίστας με την έννοια της καθομιλουμένης, αναμένω οτι χωρίς πολλή σκέψη θα κοροϊδέψει και θα πατρονάρει και τους εκατό και χίλιους που θα στηρίξουν μια άποψη καταυτόν ατυχώς διατυπωμένη, χωρίς να νοιαστεί για την ουσία του τί λένε.
Ή άν ο μόντ στο σάιτ των τριάντα θαμώνων λογοκρίνει την αντίθετη άποψη, δέν περιμένω οτι θα υποστηρίζει την ελευθερία της γνώμης στην κοινωνία των έντεκα εκατομμυρίων.
Ή άμα εγώ δέν εμπιστευτώ τον κολλητό μου να παίξει με την κιθάρα μού, δέν μπορείς να περιμένεις οτι θα εμπιστευτώ τους χιλιάδες άγνωστους να μου κατσικωθούν στην χώρα μού, να μου πηδήξουνε την κόρη μού και όλ' αυτά τα μού.
Τόσα και τόσα πολιτικά συστήματα ξεκινάν ριζικά διαφορετικά και καταλήγουνε σε συστήματα μαζικής καταπίεσης. Έχει σαφώς ενδιαφέρον το γιατί και πώς το καθένα και λοιπά, και το τσουβάλιασμα εδώ δέ βοηθάει --συμφωνώ. Αλλα ήδη βλέπω ένα κοινό πρόβλημα, όσο σκαμπάζω, στο οτι σε κάθε τέτοιο σύστημα συζητιέται απο ένα σημείο και έπειτα η ανώνυμη μάζα και όχι ο επώνυμος δίπλα.
Άν ο φασισμός συζητιέται μόνο σε μαζικό επίπεδο, τότε εξωθούμε και τα όποια αντιφασιστικά, «δημοκρατία», «αυτοδιάθεση», «αλληλοσεβασμός», «ελευθερία» και ότι, στο ίδιο μαζικό επίπεδο --και το μόνο συνεπές τότε θά 'ταν να το βουλώνουμε αν σε ατομικό μας βγαίνει το λάδι. Ε λοιπόν όχι: ο μαλάκας που περνάει με κόκκινο είναι φασίστας, είν' αυτός που θα περάσει με κόκκινο και σε μαζικότερο, ασαφέστερο και πιό ανώνυμο επίπεδο.
Και για την Ινδία και το Τρίτο Ράιχ, αυτό φυσικά είναι το θέμα. Να πώ οτι δέν απέχει απο το τρομοκρατικό κλισέ των στρατόκαυλων, «άμα έρθει ο τούρκος μές στο σπίτι σου να σου βιάσει μάνα κι' αδερφή, τί θα κάνεις;» (το λένε πλέον και για τους μετανάστες). Το θέμα είναι όμως: μέχρι νά 'ρθει μές στο σπίτι σου, εσύ τί σκατά έκανες;!... Και τί θα πεί ενας τζίζας;: «έπρεπε να μπείς στο σπίτι του να του βιάσεις εσύ πρώτος μάνα κι' αδερφή»; ή μήπως «έπρεπε να μπείς στο σπίτι του να τον σκοτώσεις»;... Έ, όποιο και νά 'ναι, διαφωνώ, και ευχαρίστως πλέον ραντεβού ετ ε καφενείο νίαρ γιου για τις λεπτομέρειες.
Τελοσπάντων, εκατηγορήθην μόλις ιδιωτικώς για μετατόπιση της πολιτικής κουβέντας στη σημειολογία. Συγγνώμην· άν και πασόκος, θα προσπαθήσω να μήν το ξανακάνω.
Και τί απίστευτος ο Ντοστογέφσκι έ;... :-Ρ