#1
vikar

in πρωκτο-

Ωραίος ο Χάν!

Εκτός απο τα πρωτο-/πρωκτο, μονο-/μουνο- και -φόρος/-φλώρος, έχουμε το καλο-/κωλο- και καλο-/καυλο-, το κατα-/σκατα- (σκαταλαβαίνω, σκατάσταση, σκατόρθωμα, σκατούρημα και σκατουρώ, σκάτοψη), καθώς και το φιλο-/φελλο-.

Άλλα;... [μούμπλε-μούμπλε...] Ά, παίζει ας πούμε και το αρχι-/αρχίδια (οπου η αντικατάσταση δέν αποδίδει πλέον σύνθετη αλλα δύο λέξεις, πιχί: αρχιμανδρίτης -> αρχίδια μανδρίτης).

Πρέπει να παίζουν κι' άλλα ρε γαμώτ'...

#2
vikar

in κωλοφόνος

Εγώ παντως δηλώνω κατασυρροήν βυζαστής.

(Σε σχόλια που ξεκινάνε Βράστας και Γκάτζ...)

#3
vikar

in γκιφάκι

Ούπς, όχι 07/05 βέβαια, αλλα 07/07, σόρι.

#4
vikar

in γκιφάκι

Εμένα πάντως μ' άρεσαν πολύ περισσότερο το ψητό και η γενική αντί ονομαστικής κι' ας μή λινκάρονται εύκολα (το τυχαίο; δέ νομίζω είναι ευκολιά, όπως και να το κάνεις). Αλλ' άν θές, ανέβασε κι' έναν σωστό ορισμό του μαλάκας, που ακόμα μας λείπει, και τότε να δείς πόσο θα το λινκάρουμε.

Το γιατί δέν «εγκρίνουμε» τους ορισμούς σου έχει απαντηθεί ήδη στο μπαγαποντοδότης (στις 07/05), προφανώς θα σου ξέφυγε. Διάβασε εκεί σε παρακαλώ.

Το να απειλείς με νομικές διαδικασίες είναι όντως για λύπηση, συμφωνώ. Αλλ' απευθύνσου στο αφεντικό, πλάκα θά 'χει. Ρίξε μιά ματιά και στους τρέχοντες όρους χρήσης αν δεν τό 'κανες ακόμα. Περισσότερα γι' αυτό ειδικά, με πιμί στο Συντονισμό.

Καλή βδομάδα σε όλους.

#5
vikar

in κώλος

[τί λέν μωρε αυτοί παλι για πόντους ρε π'στ'...] :-Ρ

Ωραίος ο αλίβ.

Ο κώλος σημαίνει γενικά το πίσω μέρος διάφορων πραγμάτων, όχι μόνο του αυτοκινήτου. Βρίσκω μάλιστα πολύ ενδιαφέρον οτι ενώ ο Κριαράς το πιάνει, καθώς και ο Τριαντά (δείτε στην Πύλη), ο Μπαμπινιώτης (βήτα έκδοση) ούτε το ακουμπάει (μιλάει μόνο για τον κώλο σε ρούχα). Τί διάολο;!... Είναι κλάσικ.

#6
vikar

in γκιφάκι

Άσε που ανέβηκε και στις εικοσιοχτώ του μηνός...

#7
vikar

in κολλητήρι

Σωστός!

#8
vikar

in κομοδινί

Σά' να ταιριάζει κι' εδώ πάντως... :-Ρ

#9
vikar

in μελεμενιά

Όντως, Εικασία, κολλάει οπως το λές, δέν τό 'χα πιάσει. Αλλα δέν μας είπες πού το ακούς μ' αυτήν τη σημασία.

#10
vikar

in έχω ξεμπουρδελιάνει

Εννοείται, σε τυπικά λεξικά δέν το βρίσκεις. Υπάρχουν όμως και γλωσσάρια για Παπαδιαμάντη (υπάρχει και αυτό). Αν έχει κανείς κάτι...

#11
vikar

in πρώκτωρ

Καλώς το! Άντε και είχε ανησυχήσει ο πάτσις.

Το proctor, οι αμερικάνοι τουλάχιστον, το λένε ακόμη με την έννοια του «επιτηρώ πανεπιστημιακές εξετάσεις».

#12
vikar

in έχω ξεμπουρδελιάνει

Τρίτο σχόλιο σήμερα απο το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, «Το ενιαύσιον θύμα» του 1899 (βρείτε το στις σελίδες του Σαραντάκου).

Στο κείμενο βρίσκει κανείς το ρήμα ξεμπουρδαλιάζω, με σημασία όμως που δέν καταλαβαίνω ακριβώς· ίσως «ατακτώ», «κάνω σκανταλιές», «ξεσαλώνω». Άς μας πεί κάποιος αν ξέρει. Πάντως, η ομοιότητα με το ρήμα του λήμματος βγάζει μάτι και αναρωτιέμαι αν το δεύτερο πρόκειται για παραφθορά του πρώτου.

Στο απόσπασμα, ο Μπαμπούκος ψάχνει να βρεί τον γιό του τον Πάπο, να τον πάρει μαζί σε βαρκάδα:> Αλλ’ ο Πάπος τού έφευγεν. Επηδούσεν από βράχον εις βράχον, από ακρογιαλιάν εις ακρογιαλιάν. Αγαπούσε πολύ να τρέχει, να χαζεύει και να μην υπακούει. Όταν δεν ευρίσκετο εις τους αιγιαλούς, κυνηγών καβούρια εις τα θαλάμια, ή μικρά χταποδάκια εν καιρώ γαλήνης εις τα ρηχά, έτρεχεν εις τα Κοτρώνια, άνωθεν της συνοικίας, επί του βραχώδους λόφου, όπου ήτο κτισμένον, σιμά εις τον ναΐσκον του Αγ. Νικολάου, υψηλά εν απόπτω, το σπιτάκι των. Εκυνηγούσε τας φωλεάς. Δεν άφηνε μικράν κουκουβάγιαν να μεγαλώσει, διά να μη λαλούν απαισίως την νύκτα εις τους βράχους. Αν έπεφτε μικρός γλάρος εις τα χέρια του, του έκοφτε τα φτερά, κι εζητούσε να μάθει απ’ αυτόν την τέχνην, πώς να καταπίνει χωρίς να μασά τα μικρά γλυκά, όσα κατώρθωνε να κλέπτει από τον Βασίλην τον Καραμελάν.

Η θαλασσία εκδρομή έμελλε να διαρκέσει 48 ώρας ή το πολύ τρεις ημέρας. Ο Μπαμπούκος δεν ήθελε ν’ αφήσει τον υιόν του να «ξεμπουρδαλιάζει», και εζήτει να τον πάρει μαζί. Αλλ’ ο Πάπος αγαπούσε, ναι, τις βάρκες, αγαπούσε και την θάλασσαν, αλλά δεν έστεργε την πειθαρχίαν. Η βάρκα εκείνη, επί της οποίας θα έπλεε με δύο άλλους ακόμη ο πατήρ του, θα ήτο ως πλωτή φυλακή δι’ αυτόν. Και άμα εμυρίσθη, ότι ο πατήρ του εσκέπτετο να το πάρει μαζί, εφρόντισε να γίνη άφαντος.

#13
vikar

in μπαμπούκος

(Φτού, με πρόλαβε ο μπαμπάς παλι...)

#14
vikar

in μπαμπούκος

Καλώς τον άμτζ (σού 'παμε; δέν σού 'παμε).

Φοβερό αυτό, όταν ένα πρόσωπο γίνεται θρύλος σ' έναν τόπο. Μέσα σε λίγες μέρες μας έχεις πεί για τρείς παλιούς Χανιώτες, και το πώς άφησαν τ' όνομά τους πολιτιστική κληρονομιά.

Εγώ βέβαια, βορειοελλαδίτης και ποτέ να μήν έχω πατήσει στην Κρήτη, δέν τά 'χω ακούσει αυτά τα ονόματα. Αλλα είναι ωραίο λαογραφικό πρόγραμμα αυτό που ξεκινάς: τοπικά παροιμιώδη ονόματα. Πώς λέμε κουταλιανός πιχί, που είναι πανελλαδικό, χαρακτηρισμοί που προκύπτουν απο όνομα αλλα δέν έχουν απαραίτητα διαδοθεί πέρα 'πο έναν συγκεκριμένο τόπο. Ας τό 'χουμε υπόψη και άλλοι.

Το Μπαμπούκος πάντως απαντάται και στον Παπαδιαμάντη, απλά ως όνομα όμως, όχι μ' αυτήν τη σημασία («Το ενιαύσιον θύμα», που βρίσκω στις σελίδες του κυρ-σαράντ, και έχει βγάλει μέχρι στιγμής δύο σχόλια σήμερα, και πάει και για τρίτο...)

#15
vikar

in μαμαλίγκα

Κατσαμάκι σε διήγημα του Παπαδιαμάντη («Το ενιαύσιον θύμα», στις σελίδες του Σαραντάκου), με τη σημασία του ελιγμού, της τρίπλας. Προσωπικά δέν θυμάμαι να τό 'χω ακούσει ούτε έτσι ούτε αλλιώς.

#16
vikar

in γαμιέμαι

Δέν έχεις κι' άδικο... Αλλα ούτε 'γώ ξέρω απ' αυτά, οπότε άς μας πεί ο πάτσις, που τουλάχιστον «έχει σκεφτεί πάνω στα πιθανά φορτία των λέξεων»... :-Ρ

#17
vikar

in γαμιέμαι

Μόλις θυμήθηκα το άλλο όμορφο: οι κύπριοι σχηματίζουν πολλές φορές στιγμιαία προστακτική απο συνεχές θέμα του ρήματος: λένε σκέφτου και όχι σκέψου. Ξέρει κανείς να μας το κάνει λιανά αυτό, πότε τί και πώς;...

#18
vikar

in γαμιέμαι

Αλλα κάτσε --αφού μου βγήκε που μου βγήκε τ' όνομα, χέχ...

Πάτσις, δέν θυμάμαι τις λεπτομέρειες που αναφέρεις, αλλά: κάθε παθητικό ρήμα πλέον σχηματίζει προστακτική συνεχούς ποιού ενέργειας λεκτικά, με το να, εφόσον ο γραμματικός σχηματισμός με το επίθημα -ου έχει ήδη εγκαταλη- (ούπς! :-Ρ), εγκαταλειφθεί σε μεγάλο βαθμό. Στις προσταγές να γαμιέσαι, νά 'ρχεσαι, να σκέφτεσαι και ούτω καθεξής, δέν εννοείται κανένα πρέπει ή όποια άλλη κύρια πρόταση· είναι απλά η προστακτική στα σύγχρονα ελληνικά.

Το πώς μας προέκυψε αυτός ο σχηματισμός και το τί σήμαινε παλιότερα το να σκέφτεσαι (και άν πάντα εκεί ο ομιλητής αποσιωπούσε μία ευνόητη κύρια πρόταση), άλλο καπέλο. Στην πρώτη ευκαιρία θα κοιτάξω και την Κλαίρη πού 'χω εδωπέρα να δώ πως το πιάνει, αλλα το φαινόμενο είναι απ' αυτά που μια σύγχρονη γραμματική θά 'πρεπε ν' αναγνωρίζει, όχι;...

Το άλλο που λές, «αφήνετε όλοι ό,τι κάνετε και πάτε στον διοικητή», δέν θά 'λεγα οτι είναι οριστική που χρησιμοποιείται προστακτικά, αλλα απλός «μελλοντικός παρόντας» χρόνος (δές και «μελλοντικός παρελθόντας»): «είμαι τόσο γαμάτος και βέβαιος οτι θα κάνετε ότι σας πώ, που είναι σάν να έχετε ήδη αρχίσει να το κάνετε». Η προσταγή βέβαια υπάρχει στο παράδειγμά σου, αλλα δέν είναι απαραίτητη:> [I]— Μαλάκα, μου απάντησαν απ' την αμερική οτι με δέχονται...

— Δηλαδή φεύγεις.
— Ξέρω κι' εγώ; Να δούμε τί θα πεί και η Λιλίκα.
— Μωρε φεύγεις, ποιά Λιλίκα... άκου με 'μένα που σε λέω...[/I]

Μουχουσού, αλίμονο, δέν ξεχνάμε το γάμησέ μας, απλά ειναι ενεργητική φωνή.

#19
vikar

in γαμιέμαι

:-)

#20
vikar

in γαμιέμαι

Όκ κέικ, τό 'χω. Στο 5 καταλαβαίνουμε το γαμιέμαι μέσο ενώ στην 8 πράγματι παθητικό. Έτσι δέν 'ναι; (Ίσως αυτό το «καταστροφικά» νά 'ναι παραπλανητικό, εκτός κι' αν το εννοείς περισσότερο «ψυχοφθόρα» --το οποίο αρμόζει καί σε πρόσωπα, οπότε η παρένθεσή σου στέκει μιά χαρά απ' ότι καταλαβαίνω.)

Σχετικά με τις δευτερεύουσες τελικές, έχεις δίκιο ίσως για τη σύνταξη να πάς να γαμηθείς, μιά και μπορεί να εννοηθεί ώς «να πάς για να γαμηθείς» και ίσως όχι «να πάς και να γαμηθείς». Παρουσία πάντως των παρεμφερών φράσεων (πάαινε/τράβα/σύρε/σάλτα και γαμήσου, οι οποίες είναι κύριες με παράταξη απ' όσο σκαμπάζω), λέω απλά οτι το χαρακτηριστικό στοιχείο της ενλόγω περίπτωσης δέν είναι τόσο οτι έχεις δευτερεύουσα τελική η οτιδήποτε, αλλα οτι έχεις ρήμα που δηλώνει κίνηση (πού 'ναι γαμώ τις παρατηρήσεις).

Θα πρόσθετα μάλιστα, κίνηση απομάκρυνσης: λέγοντας σε κάποιον να πά' να γαμηθεί, του λές ουσιαστικά «να φύγει απο 'δώ και επιπλέον να γαμηθεί»· καί τον διώχνεις καί τον βρίζεις.

(Και πάνω που θα σού 'λεγα κάνα γλυκόλογο τώρα, έστω ξανά για τον ορισμό, βλέπω εκείνο το ήτα στο παραληφθεί και μου γυρνάς τα άντερα πάλι... :-Ρ)

#21
vikar

in γαμιέμαι

(Να πώ τώρα οτι το φαινόμενο «ασυμμετροποντοδοσίας»-«εξισοποντοδοσίας» αποδεικνύει γι' άλλη μιά φορά οτι το σύστημα της βαθμολογίας έχει χάσει κάθε πιά νόημα; οτι έχει καταλήξει μηχανικό και ίσα και ψυχαναγκαστικό παιχνιδάκι;... Μπά, ας μήν το πώ.)

#22
vikar

in γαμιέμαι

Γράφαμε μαζί με ανχελίτο και πέρα.

Ωστε αλίβ, είμαστε συμπληρωματικοί;... Ωστε... Ωστε δέν τον χρειάζομαι πιά τον πάτσι;...

#23
vikar

in γαμιέμαι

Μ' όλο το σεβασμό πάτσις (ναί, σιγά, δέν σε είδαμε κι' απ' την καλή κι' απ' την ανάποδη... :-Ρ), συνεχίζω να έχω ένσταση: πιστεύω οτι οι περιπτώσεις 5 και 8 γκατζμανίζουν (εμ τζάμπα τό 'χω τ' αβατάρι; :-Ρ), επικαλύπτονται, χωρίς όμως να υπάρχει λόγος.

Το «Εμφανίζω καταστροφικά προβλήματα (ιδίως για άψυχα)» γιατί το ομαδοποιείς στην ίδια περίπτωση (5) με τα «Ξηγιέμαι σκάρτα. Αθετώ υπόσχεση. Δεν ανταποκρίνομαι σε δικαιολογημένες προσδοκίες»; Γιατι βλέπω να εντάσσεται πολύ φυσιολογικότερα στην 8, με τα «Εξαντλούμαι, εξουθενώνομαι, καταταλαιπωρούμαι από κάτι. Παθαίνω ζημιά. Συντρίβομαι ψυχολογικά», στο μέτρο που αυτά αναδιατυπώνονται και για άψυχα. (Να πώ και μιά πίπα: το γαμιέμαι για άψυχα, σε κάθε χρήση, είναι βεβαίως απλή προσωποποίηση, άρα ατάκα «ανιμιστική», σ' αντιδιαστολή με τις «μηχανοκρατικές» που λέγαμε αλλού.)

Δηλαδή, σκέφτομαι το πόσο πλήρης είναι η αναλογία ανάμεσα στην ερμηνεία για άψυχα και την ερμηνεία για πρόσωπα. Στην 5: αγόρασα ένα πισί το οποίο δέν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες μου, «αθέτησε» τις «υποσχέσεις» του, μου «ξηγήθηκε σκάρτα». Αλλα το γαμήθηκε δέν θα το πεις για το μηχάνημα άν συμβαίνουν απλώς αυτά (πιχί, άν δέν είναι τόσο πιά γρήγορο όσο νόμιζες διαβάζοντας τις προδιαγραφές, ή άν δέν κουβαλάει προγράμματα που σου υποσχέθηκε ο πωλητής ξερω 'γώ)· γι' αυτό άλλωστε και (σωστά) προσθέτεις την πρόταση «εμφανίζω καταστροφικά προβλήματα» --το οποίο μάλιστα, δέν καταλαβαίνω πώς μπορεί να αφορά ένα πρόσωπο (γράφεις, «ιδίως για άψυχα») χωρίς να εμπίπτει αυτόματα στην κατηγορία 8.

Στην 8 απο την άλλη, την αναλογία τη βρίσκω πολύ πληρέστερη: Το πισί μου «εξαντλήθηκε», «εξουθενώθηκε», «καταταλαιπωρείται» απο κάτι (πιχί απο ιό), έπαθε ζημιά (κυριολεξία για μηχανές, μεταφορά για έμψυχα), «συντρίφτηκε ψυχολογικά» (εδώ δέν επεκτείνεται η αναλογία, εκτός κι' αν είμαστ΄απ' τις γκόμενες που βγάζουν όνομα και στο πισί τους και παθαίνουν ψυχικό περαδώθε όταν αρπάζει κάνα τρόιαν, και κάθε φορά που ανοίγουν τον υπολογιστή τον νιώθουν να αγκομαχάει και να πονάει, τον ακούν να βήχει, τον βάζουν στον ώμο τους να κλάψει... ά στο διάλο... συγκινήθηκα...).

Κάτι άλλο: Στο 7iii δέν θά 'λεγα οτι πρόκειται για δευτερεύουσα τελική πρόταση, αλλα για κύρια πρόταση προστακτικής. Δέν ξέρω πώς θα τό 'λεγε ένας φιλόλογος πρόπερ, αλλα είναι εύκολο να δεί κανείς οτι το μόριο να σ' αυτήν την περίπτωση δέν εκφράζει σκοπό αλλα προσταγή --στα σύγχρονα ελληνικά σχηματίζουμε έτσι ένα σωρό προστακτικές στην παθητική φωνή που δέν μας πάει να πούμε πλέον μονολεκτικά: να φοβάσαι (φοβού), να γαμιέσαι (γαμού) και λοιπά.

Φαίνεται και στο ίδιο το παράδειγμα, οπου η όλη πρόταση άνετα αναδιατυπώνεται σε «Πάνε γαμήσου», χωρίς να αλλάζει καθόλου η σημασία.

Ααααάχχ... Πώς μ' αρέσει να τα σπάω σ' έναν ορισμό που τα σπάει... Άλλη αίσθηση.

#24
vikar

in γαμιέμαι

Πατσουλίνο μου, θέλεις να τα ξαναφτιάξουμε;... :-Ρ

Στο 7iii πολύ ωραίος. Ακούγονται πολύ συχνά και τα σύρε/τράβα/σάλτα και γαμήσου.

Μία ένσταση: το 5iv θα τό 'βαζα στην περίπτωση 8.

#25
vikar

in γαμιέμαι

Γάμησες.

#26
vikar

in γαμιέμαι

Όχ Πανα'ία μ'!...

#27
vikar

in ξύνω γόνατο

Γκάτζ, νομίζω οτι άν είναι να κεντήσει κανείς σε λήμμα φραπεδόβιος, όλοι ξέρουμε ποιος θά 'ν' αυτός... Είναι ώρα για καμπάκ, νομίζω; (Δέν 'ν' τυχαίο...)

#28
vikar

in παπαροζούμι

Το ακούω ως παπαρόζουμο, και συνήθως σά' βρισιά.

Αντιγράφω σχετικό απόσπασμα απο το «Καραγκιόζης: ο λαϊκός ήρωας» του Λόρενς Ντάρελ, σε μετάφραση Ντίνας Νίκα (περιοδικό Το Δέντρο, τεύχος 1634 ίσως όμως πρόκειται για ψευδεπίγραφο κείμενο):> Ο Ζαριάν [...] συζητάει ευγενικά για την τέχνη του θεάτρου σκιών. Έχει συναντήσει τον Καραγκιόζη με διαφορετική εικόνα στην Τουρκία και στη Μέση Ανατολή. Εκεί, ο μικρόσωμος μαυρομάτης, στη θέση του τεράστιου κι' ευκίνητου χεριού του, είχε έναν φαλλό των ίδιων διαστάσεων.

Στα ελληνικά δέν είναι πιά σύμβολο πορνογραφικών βωμολοχιών, αλλα κάτι πιό πολύπλοκο η προσωποποίηση του Έλληνα. Ο Καραγκιόζης είναι γόνιμο θέμα. Ο εθνικός χαρακτήρας λέει ο Ζαριάν-- βασίζεται στις δημουργίες του θεάτρου. Ο Χάξλεϊ παρατηρεί κάπου οτι οι Άγγλοι δέν ήξεραν πώς θά 'πρεπε να συμπεριφέρεται ένας Άγγλος, μέχρι που δημιουργήθηκε ο Φάλσταφ· τώρα ο εθνικός τους χαρακτήρας έχει επιβληθεί τόσο, ωστε όλοι ξέρουν τί να περιμένουν απο τον μέσο Άγγλο. Αλλα τί γίνεται με τους Έλληνες; Ο εθνικός τους χαρακτήρας βασίζεται στην ιδέα ενός φτωχού και καταπιεσμένου μικρόσωμου άνδρα, που τα καταφέρνει με όλους χάρη στην καπατσοσύνη του. Πρόσθεσε σ' αυτό το αλάτι του αυτοϋποτιμητικού χιούμορ κι' έχεις τον αθάνατο Έλληνα. Έναν άνδρα παρορμητικό, καυχησιάρη, που δέν ανέχεται τη βραδύτητα, που κάνει γρήγορες συμπάθειες, έναν άνδρα εφευρετικό. Ταυτόχρονα ήρωα και δειλό· έναν άνδρα που βασανίζεται ανάμεσα στο φυσικό και ηρωικό του δαιμόνιο και στη στείρα δύναμη του λογικού συλλογισμού. Και όσο θυμάμαι τον Καραγκιόζη διαχειρός Σκαρίμπα... (ούφφφ...)

Καλά, τί να πρωτοπείς για τον Καραγκιόζη και τί έχει σημάνει κατα καιρούς για την ελλάδα ώσπου να καταλήξει λήμμα στο σλάνγκ τζι άρ. Πού 'σαι ρε Χότζα όταν σε χρειαζόμαστε;!...

#30
vikar

in θείο

(Βρε θα τό 'χεις κρίμα στο λαιμό σου, όχι τίποτ' άλλο...)