Νομίζω ότι καλό είναι να μνημονεύσουμε εδώ και την πελλοπονησιακή εκδοχή της έκφρασης:
«Γαμείς μια στάλα;»
Νομίζω ότι είναι πιο εύηχη και προσδίδει και μια φολκλορική πινελιά... ένα βουκολικό background που εξάπτει την φαντασία του ακροατή...
Το νησί που το εφταΰρι πίνεται σε Τιγκάκι (το).
βλ. και εφταΰρι
χμμμ.... αν θέλω να κάνω διόρθωση στον ορισμό, πως κάνω edit;
Χαρακτηριστικό δίστιχο που μαθαίνει ο έλλην φαν αφικνόμενος στην Μποχαλία, ώστε να προσεγγίσει τα τοπικά ήθη και έθιμα δια μέσου της γλώσσης:
«Εν πεινώ, εμ διψώ, εν μποχάλι μπύρα πιώ.»
Τουλάχιστον έτσι είχαν τα πράγματα τον προηγούμενο αιώνα.
Googlara το Elke, Vrastaman και τι λες ότι βγάζει πάνω-πάνω: http://www.elkethestallion.com
Καλώς σας βρήκα!
Δεν ήξερα ότι «Τα ξύλινα σπαθιά» ήταν γραμμένα στην καθαρεύουσα!!! Έπιασε κάποιος πράγματι και μετέφρασε το βιβλίο από την καθαρεύουσα στην νέα;
Υπάρχει κάποια σχέση με το μοντούλ των γραναζιών;
Πολύ καλή ατάκα...
Υπάρχει και το καρακατσουλιό. Νομίζω ότι είναι το ίδιο πράγμα, αλλά το καρακατσουλιό για να το έχει βάλει και η Πωλίνα σε στίχο τραγουδιού θεωρώ ότι είναι πιο σωστό ;-) Ο ορισμός εδώ βέβαια είναι πιο πλήρης... Μήπως να συγκεράσετε τα δύο λήμματα;
Το ξέρω ως «καρύτζαφλος», αλλά μπορεί κάλλιστα να γράφεται και «καρίτζαφλος».
Θέλω να πιστεύω ότι η έκφραση αυτή γεννήθηκε σε ένα στρατόπεδο του Ε.Σ. στο οποίο τύγχανα να υπηρετώ 1998-2000. Για πολύ καιρό, όταν χρησιμοποιούσα την φράση εκτός Ε.Σ. κανείς δεν την ήξερε...
(Ψαράς): Καλεπανάγο, σε έχωσαν οι νέοι αγγαρεία μαγειρεία!
(Καλεπανάγος-παλιός): Και μπορέλι!
Όταν ήμουν σε ένα χωριό της Κρήτης και ρώτησα τα παιδάκια που χρησιμοποιούσαν τον όρο καβρομαμούνα τι είναι αυτό, μου απάντησαν ότι έτσι λένε την κατσαρίδα.
Στην Αθήνα και όχι μόνο, μέχρι και τη δεκαετία 80, το κρέας που προοριζόταν για αυτό που αποκαλείται «σουβλάκι» περνιόταν σε μεταλλική μικρή σούβλα και εκεί ψηνόταν. Στη συνέχεια τυλιγόταν μέσα σε πίτα με τα άλλα υλικά. Ολόκληρο το έδεσμα λόγω της διαδικασίας ψησίματος στο μικρό σουβλί, ονομάστηκε «σουβλάκι», για να ξεχωρίζει από το σκέτο κρέας που ήταν περασμένο και ψημένο σε καλαμάκι. Το δε καλαμάκι, ήταν από πραγματικό καλάμι σκισμένο στα 4. Οι μεταλλικές σούβλες καταργήθηκαν από αγορανομική διάταξη για λόγους υγιεινής μετά τα μέσα της δεκαετίας 80'. Νομίζω ότι τα παραπάνω παρέχουν επαρκή και λογική εξήγηση του πως ορίστηκαν οι συγκεκριμένες έννοιες στην περιοχή πέριξ των Αθηνών. Δεν σημαίνει ότι οι λέξεις που χρησιμοποιούνται αλλού είναι λάθος. Δείχνουν όμως ότι πέραν πάσης αμφιβολίας υπάρχει λογική εξήγηση και ότι ευφυολογήματα και να σκεφτούν οι Βόρειοι πατριώτες μας, αυτή είναι η ιστορία μας, έχει γραφτεί μέσα από το πέρασμα πολλών ετών και δεν αλλάζει με εξυπνάδες του τύπου «kalamaki einai ekeino pou roufame to poto». Γιατί αν ήταν έτσι, ο καφές δεν θα είχε καμιά σχέση με το frappe και ο φίλος μου ο Βαγγέλης θα είχε την πατέντα του ονόματος του και δεν θα επέτρεπε σε κανέναν άλλο να το χρησιμοποιεί.