#1
kitsarionas

in χέκλασα

Χρησιμοποιούμενο υποτιμητικά/μεταφορικά:«To μαλάκα!Πήγε να κλάσει και χέστηκε...»,«κλασμένος χέστης».
Η λεγόμενη κλανιά 50-50(Τζογάρισμα).

#2
kitsarionas

in τσαφ

Το γνωστό και ως «φούτς».