#1
dryhammer

in πουτάνα μπάλα!!!

Να μήν ξεχνάμε και τον Ιβιτσα Οσιμ που ήταν κττμγ ο πρώτος επώνυμος που δήλωσε πως η μπάλα είναι πόρνη.

#2
dryhammer

in Ποπ-κορν μυρίζει

ποπ-κόρν μυρίζει, ο κώλος σου σφυρίζει...

#3
dryhammer

in πόγκο

Pogo In Togo - United Balls (1980)

Chaos in Laos - drums in the slums

no more bango in Kongo but pogo in Togo.
Samba in Uganda
samba in Uganda -
pogo in Togo
pogo in Togo -
Coca-Cola in Angola
Coca-Cola in Angola.

Chaos in Laos - drums in the slums

aruba in Kuba
hey
only banana in Ghana.
Samba in Uganda
samba in Uganda -
pogo in Togo
pogo in Togo -
Coca-Cola in Angola
Coca-Cola in Angola.

And pogo
pogo in Togo
pogo in Togo

Coca-Cola in Angola
Coca-Cola in Angola and pogo -
pogo in Togo
pogo in Togo -
Coca-Cola in Angola
Coca-Cola in Angola
Coca-Cola in Angola.

#4
dryhammer

in πλατφόρμα

Στα mid '70s (που ήταν της μοδός οι πλατφόρμες για 2η φορά, γιατί στα late '00s είναι η 3η) λεγόταν μονοκατοικίες. Κάποιο διάστημα υπήξρξαν και παραλλαγές με κενά ανάμεσα στα στρώματα του τεράστιου φελένιου (για λόγους βάρους) όγκου που κλήθηκαν πολυκατοικίες. 'Ετυμο άγνωστο.

#6
dryhammer

in πιτσικόμης

Επιβεβαιώνω τους ορισμους και την ετυμολογία του deino, αλλά τώρα που οι σιψάντηδες είναι πιό οργανωμένοι, οι πιτσικόμηδες είναι περισσότερο στην εξυπηρέτηση των ναυτικών παρά των πλοίων. Σαν χαρακτηρισμός είναι μειωτικός, γιατί παραπέμπει σε άτομα που μετέρχονται διαφόρων μικροεξυπηρετήσεων έναντι αμοιβής ή ποσοστού. Η κάστα περιγράφεται γενικά ως πιτσικομαρία. Από την άλλη είναι εξυπηρετικοί, ειδικά σέ μυστήρια μέρη γιατί ξέρουν και μπορούν να σου βρούν τά πάντα (από μπαταρία για το ρολόι μέχρι πού γαμάνε κώλο).

Άλλη ομάδα εμπορευομένων με το πλοίο ειναι οι μικροέμποροι (ή/και μικρολαθρέμποροι) που σε κάποια λιμάνια, στον Παναμά, στή ράδα, ανεβαίνουν και στήνουν «πάγκο» πάνω στο βαπόρι οι λεγόμενοι μπομπότηδες. Καποιοι απ αυτούς κάνουν και ανταλλαγές δηλ. είδος έναντι είδους, και συχνά οι γυναίκες μπομπότισσες τραβάνε και καμιά πίπα στη καμπίνα.

#7
dryhammer

in πιτσικάρω

το πιτσικάρω οι λεξικατζήδες το δίνουν σαν συνώνυμο του πετσικάρω που σημαίνει την στρέβλωση, την παραμόρφωση (συνήθως κύρτωση) μιας επιφάνειας ή ενός αντικειμένου, κοντά σ' αυτο της Galadriel για την πόρτα. Πρόχειρα ψάχνωντας, το είδα (το πετσικάρω) σαν αγνώστου ετύμου.
Εγώ, επειδή ο πατέρας μου ήταν τσαγγάρης, πάντα πίστευα οτι βγαίνει απο το πετσί, τό δέρμα (ιδίως το σολόδερμα) που όταν βραχεί μετα σκληραίνει και κυρτώνει, σκεβρώνει, πετσικάρει. Πιθανώς να είναι παρετυμολογία ή ίσως οι λόγιοι δεν πακιάρονταν με πετσιά παρά μόνο με πετσάκια.

#8
dryhammer

in πίνω

«Όταν συμβεί στα πέριξ φωτιές να καίνε»= αμέσως μετά τη δύση του ήλιου (και λιγότερο πρίν την ανατολή του) όπου το κοκκίνισμα στον ορίζοντα δίνει μια παρόμοια εικόνα σάν να έχει πάρει φωτιά πίσω από το βουνό. Θεωρείται ως ιδανική ώρα για την «πόση» του ναργιλέ (πλανιέται μιά γλυκούρα στην ατμόσφαιρα...)

Το «πιάνω / κρατώ / βαστώ τον παπά απ' τ' αρχίδια» πού ξέρω από τον Πάπα προήλθε;;

#10
dryhammer

in πιάνω στασίδι

Παλιότερα, οι πλούσιοι είχαν το δικό τους στασίδι (έναντι δωρεάς υπέρ του ναού κλπ βεβαίως βεβαίως) σε διακεκριμένη σειρά και σε καποιες εκκλησίες υπήρχε και ταμπελίτσα με το όνομά τους. Μάλλον πήγαινε σετ με τον οικογενειακό τάφο. Αλλά και οι μόνιμοι θαμώνες είχαν τη θέση τους που δεν την έπαιρνε άλλος. Όπως και στα καφενεία.

#11
dryhammer

in πιάνο

Την εποχή περίπου που γραφόταν το λήμμα (Σεπτ '09) πήγα να βγάλω νέα ταυτότητα. Αντί λοιπόν του πιάνου που ήξερα, έβαλα το δείκτη σε ένα παπαράκι όμοιο μέ αυτό που έχουν για να παίρνουν την πίεση από το δάχτυλο το οποίο σκανάριζε το αποτύπωμα. Άρα πιάνο τέλος (τουλάχιστο για την ταυτότητα).

Ο Τσέκος δεν ήταν ο προπονητής των Κεντέρη - Θάνου το '04;;

#13
dryhammer

in πεσκανδρίτσα

στη Χίο το λέμε σπερκαντρίτσα, κάνει και γαμώ τις σούπες, το κεφάλι πιπιλιέται κόκαλο κόκαλο, και να μην σε γελάσει ο ψαράς και δε σου δώσει τα συκώτια της. Η ουρά (που έχει και το λιγοστό φαί) μπορεί να σερβιριστεί με λαδολέμονο εκτός σούπας, σπάνια στο τηγάνι με σκορδαλιά όπως ο γαλέος.

#14
dryhammer

in θεοτούμπης

Ότι θυμάμαι χαίρομαι και φοβάμαι οτι άμα ξεχαστούνε θα χαθούνε.

#15
dryhammer

in σκαπουλάρω

Σε δύσκολες συνθήκες πλέυσης (ομίχλη + ψαράδικα κλπ), ο σκάπουλος κανει χρέη οπτήρα. Σε φουρτούνα, κανει μια περιπολία να βεβαιωθεί οτι όλα είναι κλειστα (και δεν θα μπεί νερό απο καμιά ξεχασμένη πόρτα). Στην φυσιολογική βάρδια υπάρχει μόνο σκάπουλός - οπτήρας καθότι το τιμόνι είναι στον αυτόματο.

#16
dryhammer

in πανιόλο

Για την ονοματολογία (την επίσημη και μέ ολιγα από την αργκό της) των μερών του πλοίου δες και http://www.pi-schools.gr/lessons/tee/maritime/FILES/biblia/biblia/naytikh_texni_a/kef02.pdf να μην κάθομαι και εξηγώ καθε λέξη των (βαπορίσιων) ορισμών

#17
dryhammer

in κούρσο

Αλλα καί η λεία των κουρσάρων

#18
dryhammer

in τράκο

To «Έφαγα ένα τράκο» χρησιμοποιείται και με τη σημασία του έφαγα ήττα, έπαθα νίλα κλπ κλπ

#19
dryhammer

in σάμπατι

αυτό δεν είναι το σάματι;

#20
dryhammer

in πλατιάζω

Νομίζω οτι το μέσω Λαμίας είναι πλατειάζω με την ανεπαίσθητη διαφορά στην προφορά του «ι» (κάτι σαν την πιοτητα του Σημίτη)

#21
dryhammer

in σκαπουλάρω

Αντιγραφή από www.shipfriends.gr
[I]Ο σκαπουλος είναι ένας ναύτης που στη βάρδια του γυρνάει το βαπόρι, για να βλέπει ότι όλα πάνε καλά.
Κάθε βάρδια (4 ώρες) στη γέφυρα εκτός από τον αξιωματικό φυλακής, έχει και δυο ναύτες. Ο ένας ναύτης κάνει χρέη τιμονιέρη και ο δεύτερος κάνει γύρους στο πλοίο να βλέπει ότι όλα πάνε καλά (σκαπουλος). Οι δυο ναύτες αλλάζουν τα καθήκοντα τους κάθε μια ώρα. Στα επιβατηγά οχηματαγωγά εάν χρειαστεί κάποιος επιβάτης να μεταβεί στο γκαράζ, τον συνοδεύει ο σκαπουλος[/I]

Οπότε ενω οι άλλοι ναύτες είτε δουλεύουν στίς δουλειές της κουβέρτας (μέρα) ή είναι στο τιμόνι, ο σκάπουλος πασαγυρίζει και είναι και σε υπεύθυνο πόστο γι αυτό και ο Καββαδίας του Χότζα

#22
dryhammer

in σηκώνω Παναμαϊκή

Υπόψη οτι η Παναμαϊκή είναι η κατεξοχήν σημαία ευκαιρίας στο εμπορικό ναυτικό.

#23
dryhammer

in θεοτούμπης

Ο γέρος μου τόλεγε... Θένκς για την ανάμνηση

Όσοι προλάβαν χούντα ξέρουν τι ακριβώς σήμαινε «Το ιδανικό του χωροφύλακα» που μετα το Πολυτεχνείο λεγόταν σκωπτικά «Ησυχία, τάνκσις και ασφάλεια»

#25
dryhammer

in σιχτιριάζω

Με την β΄σημασία το δουλέυει πολύ ο Τσιφόρος. Με την κυριολεκτική πρβλ το συνώνυμο «γαμοσταυρίζω» που είναι πιό σχετικό με το γαμόσταυρος απ' ότι φαινεται στον ορισμό που δίνεται (πάντα κττμγ)

#26
dryhammer

in βουρδούλακας

Δες και το συνώνυμο (στα Χιώτικα) βουρβούλακας

#27
dryhammer

in βουρβούλακας

Με αφορμή το βουρδούλακας, στη Χίο όντως λέγεται (λεγόταν;) έτσι ο βρυκόλακας.

Και το σχετικό αίνιγμα των παιδικών χρόνων «Ανάμεσα σε δυό βουνά, βουρβούλακας κατρακυλά..
Τί είναι; Ο πόρδος»

#28
dryhammer

in τηγάνι

δλδ το ΣΕΦ είναι φριτέζα;;

Η γενιά μου (και οι παλιότερες) που έφαγαν στη μάπα τη γραμματική του Τζαρτζανου γνωρίζουν τι ακριβώς σημαίνει «το σπάσιμο όρχεων ... με σωματική επαφή»

#30
dryhammer

in φακλάνα

Δεν το έχω ακούσει ποτε σε αρσενικό, αλλά γιατί όχι