Το μακρύ ζεϊμπέκικο, πέρα από την ανάδειξη της λεβεντιάς του χορευτή και της αντοχής του στα βάσανα, είναι πάνω απ' όλα μοναχικός χορός. Στην περίπτωση του long/perp walk ούτε το ένα ισχύει, ούτε και το άλλο, οπότε δεν μπορώ να πω ότι μου ταιριάζει σαν απόδοση. Ας τοποθετηθούν κι οι υπόλοιποι μεταφραστές, ξέρετε ποιοί είσαστε.
Παρεμπ, ο Διονύσης Χαριτόπουλος είχε γράψει ένα ενδιαφέρον και καλογραμμένο άρθρο για το ζεϊμπέκικο, μπορείτε να το διαβάσετε εδώ.
Ωραίο gif. Αγχωτικό.
To σλανγκόμετρο είναι πιο ζημιά...φαντάσου να σε κυνηγάει στο δάσος...
κολλάει κ εδώ τώρα που το βλέπω
Με την πρώτη ματιά οι δύο ορισμοί της καληνύστας φαίνονται πανομοιότυποι, όμως υπάρχουν 2 διαφορές.
Εφόσον στην πραγματικότητα πρόκειται για απόσταση ολίγων μέτρων τι λέτε για το «πατ κιούτ γιβέντισμα» ;
Είναι καλό παιδί (με την κακή έννοια).
Εγώ το ξέρω ως «είναι κααααλό κορίτσι» :Ρ
Βέβαια μη ξεχνάμε ότι τα αγόρια αυτά παίζει να είναι γενναιόκαρδα, τα δε κορίτσια να έχουν κρυφά χαρίσματα.
♪♫ Μάνα καραβοκύρη
μεγαλοκοπελιά
κορμί κυπαρισσένιο
γέρνει σα μιλφαδιά
Μιλφαδιά, μιλφαδιά
εσένα έχω στην καρδιά...♪♫
Στη σλαβική σλανγκ, τσ(παχυ)άτκαμ είναι το καταλαβαίνω, πιάνω, αντιλαμβάνομαι, παίρνω γραμμή...γκατζιλάνδη ε; παραμεθόριος...καθώς η λέξη κατρακυλάει αλλαξανε θέση τα σύμφωνα...ίσως...
Βράστα, ο συνδυασμός ήταν θέμα χρόνου.
κάηκα στον σωλήνα για να βρω ένα «καααλλό πλλαστικό» αλά θεοφράστου κ δεν τη βρήκα αυτούσια την ατάκα ρε πστ...
τι κάνεις;
ε, ας τα λέμε καλά...
Ο Άκης το γιβέντισμα, τό 'χει για περατζάδα.
(Τουλάχιστον έτσι έδειξε στην αρχή, μετά δεν ξέρουμε πώς θα εξελιχθεί).
Στης ροχάλας το δρομάκι
«πάντα βρέχει» για τον Ακη.
Παρεμπ, το πολύ καλό άρθρο του Δ. Χ. περί ζεϊμπέκικου βρίσκεται και στο βιβλίο του «Ημών των ιδίων», δεν θυμάμαι τώρα τις εκδόσεις. Μεταξύ άλλων, έχει και ένα κομμάτι περί Καζαντζίδη, αλλά να μην το διαβάσει ο Χότζ γιατί θα γίνει εδώ μέσα της (κακο)μοίρας της σακατεμένης :-)
Είθισται και παρά τοις γειτόνοις : Iyi diyelim, iyi olalιm = να λέμε καλά, να 'μαστε καλά.
Ο Σερβετάς κάθε φορά - λέμε τώρα - που ακούγεται στο Ράδιο Αρβύλα το επίθετο «μικρό» πετάγεται στο άσχετο και μουρμουρίζει από μέσα «καλό παιδί να είναι...». Γενικώς σαν να λέμε το «καλό παιδί» όταν χρησιμοποιείται έτσι από μόνο του σαν απάντηση σε άλλη ερώτηση, υποκρύπτει κουσούρι. Το ίδιο ισχύει όμως κι όταν ρωτάς για κάποια αν είναι όμορφη και σου απαντάνε «είναι εξαιρετικά έξυπνη κοπέλα». Αατα.
Και «έχει αέρα». Στα μωρά παίζει και το χαριτωμένο...
A, και το «καλό κορίτσι» όταν το προφέρομε έχοντας την γλώσσα μας κολλημένη στην μέσα πλευρά του -αριστερού- μαγούλου μας και πιέζοντας το προς τα έξω ώστε να σχηματιστεί ένα μικρό καρουμπαλάκι στην εξωτερική πλευρά του μαγούλου μας σημαίνει και: κάνει καλά τσιμπούκια
Τσ, τσ, τσ, αιωνίως απαράδεκτος! :Ρ
orda şurda burda...
με παρεξηγήσατε δεσποινίς mafie! Δείτε το φωτογραφικό ντοκουμέντο για αυτό που πραγματικά ήθελα να πω! Μου θυμήσατε όμως αυτό που με έλεγε ένας παλιός slangος, ο BuBis: «δεν υπάρχουν βρώμικες λέξεις, αλλά βρώμικα μυαλά»... Nτροπή!
Μάστα. Φώτισες και το λήμμα μπαγιονέτ.
το μπαγιονέτ μετά χώνεται σε ντουί ή σκατά ηλεκτρολόγος είμαι;
Νάτος πάλι...γκελ μπουρντά :-)
Σολογάν’ς. Και σουλουγάν'ς. (Στα Λημνιά). Σολογάνικο είναι το ζώο που έχει σοβαρή πνευμονοπάθεια, ίσως φυματίωση και γι’ αυτό λαχανιάζει εύκολα. Σολογάνικα μπορεί να είναι εκτός από γαϊδουράκια, τα άλογα και τα μουλάρια. Σολογάν’ς ονομάζεται, εντελώς περιπαικτικά και ο πνευμονοπαθής άνθρωπος. «Για δγιε κειουνάς ου Φουτής, ξεφσά σα φυσαμπρέλα κι πουρπατεί σα σολογάν’ς γάδαρος.
Βλ. και στριφολαρυγγάτο.
Σε κάποιους κύκλους τις λένε και μιλφαδιά.