να φάμε δεν έχουμε, ραπανάκια για την όρεξη. στο πιο κόσμιο.
ναι, κυρίως για ουσίες είναι, αλλά λέγεται και για ξίδια, παρεμπίμπταμπλυ. αλλά άμα λάχει ναούμ το αλλάζω κ σουτάρω κ το λήμμα την πίνω. Να το τσεκάρουμε όμως.
Τι να είπω, για ξίδια ξέρω το κοινότατο τα πίνω. Το την για ουσίες το ήξερα αυστηρά / αυταρχικά / αβάδιστα για μαύρο.
Μεταφέρω με πάσα επιφύλαξη κάτι που μου είχαν πει στη Σαμοθράκη εν έτει 1988. Ότι παραμύθα έλεγαν τη σελήνη μια η δύο μέρες πριν την πανσέληνο, που σε ξεγελάει αν είναι ή δεν είναι.
Να φοβάσαι αυτούς που κερνάνε συκαλάκι...
Εμένα πάντως που κανταΐφιασα τη γειτόνισσα πήγε να μου κάνει τη μάπα μπακλαβά ο σφίχτης ο δικός της. Αλλά τον πήρα με το γλυκό κ τον τούμπαρα.
Συνώνυμο του παλιότερου χαλβαδιάζω
(Εικάζω οτι μετά από κάποια χρόνια θα αντικατασταθεί από κάποιο άλλο λαικό γλύκισμα της τότε μόδας -πχ ντονατιάζω)
Ωραίος. Λέω πως το τόπι-μάνα κ το κορωνίζω θέλουν δικό τους λήμμα.
Υπάρχει και η εκδοχή του πάω(= γουστάρω) κάποιον πάρα πολύ όπου το "γαμιώντας" είναι επιτατικό του "τον πάω". Σλανγκέστερο συνώνυμο του "τον πάω με χίλια".
Μου θύμισε και τον μαλακοπονηρό διάλογο εφήβων αντίθετων φύλων.
Ο. -Σ΄αρέσουν τα ταξίδια;
Η. -Ναί!
Ο. -Τό σέξ σ' αρέσει;
Η. - Ναί
Ο. - Έλα να σε πάω γαμιώντας... Χά χα χα ...
Σ' εμάς υπήρχε στην παραλλαγή "Τόπι-Μάνα" όπου ξεκινούσαν από τυχαία απόσταση (2-3 μέτρα) οι δυό αρχηγοί ο ένας απέναντι στον άλλον, ίσχυαν οι ίδιοι κανόνες, κι όποιος πατούσε το πόδι του αντιπάλου είτε διάλεγε άν θα κάτσει μάνα ή όχι, είτε διάλεγε πρώτος τον παίχτη που ήθελε στην ομάδα του, μετά ο άλλος κλπ ανάλογα το παιχνίδι, γιατί αυτή η μέθοδος επιλογής έβρισκε εφαρμογή σε πλήθος παιχνιδιών καθότι κέρμα για να το κορωνίσουμε δεν υπήρχε σε καμιά τσέπη.
πού με πήγες τώρα...
Στη Χίο λέγεται, όπως σωστά γράφει ο Μακριδάκης, με την έννοια της φιγούρας
Νά, πάρε κι ένα πούρο να κάνεις τη φιάκα σου.
Το λούσο (που γίνεται για το θεαθήναι), εμπεριέχει την έννοια της φιγούρας, όπως το θέτουν οι Λαγκαδούσοι.
Το επώνυμο Μισετζής υπάρχει και στη Χίο.
Περί καταβολών, καταγωγών κλπ δηλώνω άγνοια.
έχω ακούσει κ "σα γαμήσι χωρίς τσιμπούκι", αλλά δεν ξέρω κατά πόσο λέγεται κ η αναζήτηση στο γούγλε για τέτοια πράματα είναι παρακινδυνευμένη.
Λεκτικό αριστούργημα, όμοιο του "τριμηλίγκουρας"
1ον ρεσπέκτ για το νικ.
2ον είναι λεξιπλασία ή λέγεται γενικότερα; στο νέτι δεν βρήκα τίποτα. λέξη εύηχος πάντως.
Εξίσου αρχαία αλλά λίγο μεταγενέστερη σλανγκ αντιστοίχου ερμηνείας, "στα γαριδάκια Μπόζο σε βρήκαμε;".
Παρόμοιο και το στα γαριδάκια σε βρήκαμε; - δείτε και στα γαριδάκια το βρήκες;.
Θα είχε ενδιαφέρον να μαθαίναμε περισσότερα για την προέλευση της λέξης, που φέρεται (δεν την έχω ακούσει προσωπικά) να σημαίνει τον φιγουρατζή/ μαϊντανό/ μαλάκα (βλ. και τους άλλους ορισμούς). Τι συνέβη; Προέρχεται από τα ιταλικά και μετατοπίστηκε η σημασία της; Μήπως είναι τυπολογικό όνομα από το έργο του 1870, ή αντιθέτως ο χαρακτήρας του 1870 βασίστηκε σε προϋπάρχουσα σημασία; Επίσης πού λέγεται; Σε περιοχές που πέρασαν από ιταλική επίδραση; Στη Χίο; (Τι λένε οι Χιώτες του σάιτ;)
Μερικές παρατηρήσεις: fiacca στα ιταλικά είναι η κόπωση. Την ίδια σημασία έχει η φιάκα σε κερκυραϊκό λεξικό.
Εδώ ως φιάκα ορίζεται το λούσο (Χίος), ενώ στο έργο του επίσης Χιώτη Γιάννη Μακριδάκη μάλλον σημαίνει τη φιγούρα.
Φιάκας είναι ένα θεατρικό έργο του Δημοσθένη Μισιτζή από το 1870, που περιγράφει έναν ενδιαφέροντα ομώνυμο χαρακτήρα.
θυμήθηκα στάνταρ ότι το λέγαμε βάζουμε πόδια.
Ά να, κάπως έτσι.
( και περιμένουμε από την Κλυταιμνήστρα το σχετικό λήμμα μόλις ξεμπερδέψει με τον άντρα της )
Συνεχίζοντας την προσπάθεια να ανιχνευθούν τα πρώτα ίχνη της φακλάνας στη βυζαντινή/ μεταβυζαντινή γραμματεία, καταθέτω το παρακάτω σατιρικό Απολυτίκιο- παρωδία από την Ακολουθία του Τραγογένη Σπανού (στο λινκ που παρέθεσα βλέπουμε την ενδιαφέρουσα ερμηνεία: "Η ακολουθία του ανοσίου τραγογένη σπανού είναι μια ανώνυμη βωμολοχική, κυρίως σκατολογική, παρωδία ακολουθίας εις μνήμην αγίου, που περιλαμβάνει εσπερινό και όρθρο, με κάθισμα, τροπάρια, κ.ά., καθώς και τον Επιτάφιο Θρήνο του Σωτήρος, που ψάλλεται στον Όρθρο του Μεγ. Σαββάτου. Σώζεται σε τρεις παραλλαγές χρονολογημένες το α' μισό του 16ου αι. Στη διατριβή εξετάζεται ο χαρακτήρας και η χρονολόγηση του αρχικού κειμένου. Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι πρόκειται για τελετουργική συλλογική λοιδωρία που συνδέεται με το παλιό έθιμο του "καψίματος του Ιούδα-"Οβριού"" το βράδυ της Μεγ. Παρασκευής στα νότια παράλια της Ανατ. Θράκης. Προτείνει επίσης ότι το αρχικό κείμενο συντέθηκε στην περιοχή αυτή μετά το 1492 με αφορμή τον ερχομό των Σπανών=Ισπανών (Sephardim) Εβραίων στην Κωνσταντινούπολη και την Οθωμανική Αυτοκρατορία, μετά την εκδίωξη τους από την Ισπανία."). Το Απολυτίκιο, λοιπόν, έχει ως εξής:
Θα επανέλθω, καθώς έχω βρει στο Διαδίκτυο κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία για πιθανή ετυμολόγηση της φακλάνας, και τα ψάχνω λίγο παραπάνω.