Η λέξη τσουμπλέκια αναφέρεται σε πράγματα και αντικείμενα. Στη λέξη τσουμπλέκια αντιστοιχούν διάφορες και αρκετές έννοιες αντικειμένων τα οποία χρησιμοποιούνται σε μια διαδικασία την οποία επιτελούμε ή πλαισιώνουν το κύριο αντικείμενο που περιγράφουμε και δεν θέλουμε να δώσουμε έμφαση σε αυτά ή απλά δεν μπορούμε, όπως θα διαπιστώσουμε από τα παραδείγματα που θα αναφερθούν. Στα αντικείμενα που περιγράφονται από τη λέξη τσουμπλέκια μπορούμε να διακρίνουμε κάποια κύρια κοινά χαρακτηριστικά:

  • συνήθως είναι πολλά
  • η χρηστικότητα και η πρακτικότητα των αντικειμένων που περιγράφονται έτσι τις περισσότερες φορές είναι τουλάχιστον θολή και απροσδιόριστη
  • η λέξη αυτή ενδείκνυται προς χρήση ακριβώς και όταν συντρέχουν οι 2 παραπάνω προϋποθέσεις αλλά και πιο συγκεκριμένα για να περιγράψουν πλήθος περίπλοκων εξαρτημάτων ή εργαλείων (κουζίνας, μηχανολογικού εξοπλισμού κ.ο.κ.), τα οποία δυσκολευόμαστε να περιγράψουμε επακριβώς (βλ. ποκοψόψαρα και ψιψιψίνια /ενίοτε ψιψιψόνια), ή απλά βαριόμαστε να τα αναφέρουμε λεπτομερειακά. Επίσης η λέξη χρησιμοποιείται και για δυσπερίγραπτα εξαρτήματα καλλωπισμού.

    Ετυμολογικά, είναι δύσκολο κάποιος να βρει ρίζες της λέξης στα ελληνικά (νέα ή αρχαία), καθώς αυτή αρχίζει από τον δίφθογγο «τσ», ο οποίος μας παραπέμπει μάλλον σε γλωσσικό δάνειο από τούρκικες, σλαβικές ή βλάχικες διαλέκτους.

Πληροφοριακά τσομπλέκι αναφέρεται και ένα φαγητό της Β. Ελλάδας. Παρά ταύτα, το θέμα «τσουμπλεκ-» συναντάται και ως πρώτα συνθετικό σε κάποια ελληνικά επώνυμα.

Κάποιοι (πιο προωθημένα μυαλά;;) ανιχνεύουν την προέλευση της λέξης στην κορεάτικη cublek (tsuble'k), η οποία και χρησιμοποιείται στο «αμπεμπαμπλομ» της Βόρειας Κορέας γνωστό και ως Cublek cublek suweng! Πάντως, ύστερα από πρόσφατη επικοινωνία μου με το σύντροφο Κιμ-Γιονγκ-Ιλ, ο τελευταίος δεν παραδέχτηκε ανοιχτά την εμπλοκή αρχαίων Ελλήνων κατά τον πρώτο εποικισμό της Κορέας (Βόρειας ή Νότιας)... (παρατίθεται και σχετικό μουσικό video για τους άπιστους Θωμάδες όπου επαληθεύεται η ύπαρξη αυτού του τραγουδιού).

α) (...)Πηνελόπη, τέλεια η μπουγατσομηλόπιτα!(..)Κώστα, η λέξη είναι «τσουμπλέκια» και «τσουμπλέκια» σημαίνει «τζάτζαλα» και «τζάτζαλα» σημαίνει πολλά κατσαρολικά για πλύσιμο. Τώρα αν υπάρχει στο επίσημο λεξικό του Μπαμπινιώτη θα σε γελάσω, αλλά την έλεγαν η γιαγιά και η μάνα μου(..) [hungryforhungry.blogspot.com]

β) (..)Είμαι γνωστή «άρρωστη» με τα τσουμπλέκια της κουζίνας. Τρελαίνομαι να μπαίνω σε σχετικά μαγαζιά και να χαζεύω, να ανακαλύπτω διάφορα χρήσιμα (λέμε τώρα) σκεύη και γκατζετάκια, να γεμίζω συρτάρια, ντουλάπια και ντουλαπάκια και τελικά να χρησιμοποιώ ελάχιστα απ’ όλα τούτα(..) [hungryforhungry.blogspot.com]

γ) (..)Προσπαθώ εδώ και ώρες να ξεκινήσω τη διαδικασία για downgrade από Σβίστα σε ΧΡ σε ένα μηχανάκι. Το @@@@μένο είχε έρθει με προεγκατεστημένο το OS διάφορα τσουμπλέκια από την HP (recovery, utils, κλπ)(..) [www.4tforum.gr]

δ) (..)Ξεκινάμε ένα Σαββάτο, όλοι στη γραμμή με τσανάκια και τσουμπλέκια για την εκδρομή.(..) -> στίχοι αγνώστου τους οποίους μελοποίησε ο Μανισαλης [www.stixoi.info]

ε) Καλα μωρή τι τα φόρεσες όλα αυτά τα χαϊμαλιά και τα τσουμπλέκια; Θα σε κράξουν άμα βγεις έτσι έξω..!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
poniroskylo

Σωστός!

Η λέξη υπάρχει στον Μπαμπινιώτη ο οποίος και την ετυμολογεί - σωστά, νομίζω - από το τούρκικο çömlek = πήλινο δοχείο.

Σχετικά, κατά μια έννοια, και τα λήμματα: τσιμπράγκαλα, συμπράγκαλα, τσαμπασίρια, καλαμπαλίκια και κρεμαντζόλια

Τώρα στο μέγα θέμα του cublek cublek suweng. Δεν ξέρω τι απώτερους σκοπούς είχε ο σύντροφος Κιμ και προσπάθησε να το ιδιοποιηθεί αλλά αυτό το συγκεκριμένο αμπεμπαμπλόμ δεν είναι Κορεάτικο - είναι Ινδονησιακό, από την Ιάβα. Στο παιχνίδι, ένας παίκτης κρύβει ένα βότσαλο στην παλάμη του και οι άλλοι προσπαθούν να το βρουν τραγουδώντας, εννοείται, cublek cublek suweng suwenge teng-gelenter, mambu ketundung gudel, pa empo lera lere, sopo ngguyu ndeliake το οποίο σε χαλαρή μετάφραση σημαίνει 'όποιος έχει το βότσαλο θα γελάσει'. ΄Η, κάπως έτσι - περισσότερες λεπτομέρειες εδώ.

#2
Malinowsky

Έχεις δίκιο σε όλα και ευχαριστώ για τις διορθώσεις! - όμως έχω μια ένσταση, αφενός ο Κιμ έκανε την πάπια και δεν με ειδοποίησε για το τραγούδι και μάλλον προσπαθούσε να το οικειοποιηθεί η χώρα του, αφετέρου το βίντεο που παρατίθεται το έχει ανεβάσει ένας/μια από βόρεια κορέα και μάλλον εκεί είναι η λούμπα που έπεσα...Θα το ψάξω καλύτερα μπας και το συγκεκριμένο παιχνίδι έχει κάποιον διεθνικό χαρακτήρα (;!), αλλιώς θέλει κόψιμο ο ορισμός μου από ένα σημείο και μετά ή διορθώσεις -->κοψοράψτε ελευθερα δηλαδή..!

Τώρα για αυτά που λέει ο μπαμπινιώτης υπάρχει μια βάση ;ορ γιατί το φαγητό «τσομπλέκι» από ότι μαθαίνουμε φτιάχνεται σε πήλινο..

#3
Vrastaman

Malinowsly σε καλωσορίζω στη γειτονιά μας. Το αναγραμμαντείο σε κατατάσσει στην κατηγορία Silky Woman.

#4
GATZMAN

Σωστός και μερσώ για τη δημοσίευση του λήμματος.
Καμιά συγγένεια με τον γνωστόανθρωπολόγο;
Πάντως αν είχες και το bronislaw μπροστά, το αναγραμμαντείο του δρυΐδη Βράστα θα ' δινε και άλλα ωραία πράγματα.

#5
Malinowsky

Ο ίδιος μεν, μετενσαρκωμένος στο εντυπωσιακότερο δε...
Προσπαθώ να προσθέσω και το μικρό όνομα για πλουσιότερα αποτελέσματα αναγραμμαντείου αλλά δεν βλέπω επιλογές δυστυχώς...
-αν μας ακούει κανάς μοντεράτορας...έχει καλώς.

#6
Vrastaman

Δεν χρειάζεται!
Bronislaw Malinowski = O! Saw small bikini worn!

#7
GATZMAN

!!!

#8
vikar

Η λάμπα της οροφής πηγαινοερχόταν σαν εκκρεμές, ο καθρέπτης τρεμούλιασε και πλάκωσε το μπουντουάρ, αδειάζοντας όλα τα καλλυντικά, τα παντζούρια ανοιγόκλειναν σαν να τα χαστούκισε δυνατός άνεμος, ντουβάρια άνοιγαν στα δύο, μπογιές έχαναν το χρώμα τους, τούβλα κατέληγαν σε κόκκινη σκόνη, σκόνη χαρμάνι, ξεραμένη λάσπη, σιδεριές, ξηλωμένα κουφώματα, σίδερα θεμελίωσης, σπασμένα ακροκέραμα, λαμαρίνες πλυσταριού και ντουλάπια μετέωρα, πόρτες φρακαρισμένες και χερούλια αποκομμένα, σούστες, μεντεσέδες, μάνταλα, τσατμάδες, πέτρες, ξύλα και μέταλλα, χαρτιά και ξεσχισμένα βιβλία, υφάσματα κι υφάδια, ρούχα κουρελιασμένα, γυαλιά κομματιασμένα, τσουμλέκια πατημένα και συμπράγκαλα, πληγωμένα υλικά που θάβονταν για πάντα.

(Θ. Γρηγοριάδης, «Το Παρτάλι», Πατάκης, 2001)