Χαρακτηρισμός κοπέλας η οποία «πετάει» από άντρα σε άντρα, όπως, καλή ώρα, η μελισσούλα από λουλούδι σε λουλούδι.

Χρησιμοποιείται και ως υποκατάστατο της λέξης «τσούλα», όταν είναι μπροστά παιδιά, παππούδες, γιαγιάδες και ιερωμένοι.

Παρεμφερείς λέξεις :
Μαϊμού ή τσίτα (διότι πηδάνε από κλαδί σε κλαδί).

- Καλέ, η Μαρία δε τα είχε με τον Πάνο; Την είδα πριν μια βδομάδα με τον Νίκο...
- Α, καλά είσαι... Εγώ χτες την είδα με τον Πέτρο... Είναι μια μελιτσούλα αυτή...

Αχ μελιτσούλα, πήγες σ\' άλλο λουλουδάκι (από Khan, 27/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
GATZMAN

Καλώς τον
Ωραίος!

#2
Hank

«Αχ μελιτσούλα, μελισσάκι, πήγες σ' άλλο λουλουδάκι»,

για να παραφράσω ένα απ' τα ανεκδιήγητα τραγούδια του Μπίγαλη.

#3
GATZMAN

Πώς λέγεται η μελισσούλα που δεν κάνει μέλι;
Σούλα

#4
boulgaroktonos

σπεκ.