Η κατσάδα, αυστηρή επίπληξη, χέσιμο, ξέχεσμα. Παλιομοδίτικη αργκό. Μοιάζει ιταλικής προελεύσεως, αλλά δε γνωρίζω περισσότερα.

(Ο παππούς μου με τον παππού σας, όταν πηγαίνανε μαζί σχολείο:)
- Σε πήγε στο Γυμνασιάρχη;
- Ναι.
- Γιατί;
- Αντί να πω «λαμβάνομεν φιάλην και την πληρούμεν ύδατος», είπα «παίρνουμε ένα μπουκάλι και το γεμίζουμε νερό».
- Και;
- Τίποτα, είναι καλός ο διευθυντής. Μου 'ριξε μια ρομπατσίνα κι αυτό ήταν όλο.

χέσιμο, χέζω, χεσίδι, κωλόχερο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
GATZMAN

Ρομπατσίνα=Ρομποκοπ μπατσίνα

#2
Vrastaman

Γατζολόλια!

#3
Vrastaman

<ιταλ. robaccina < robaccia (σκουπίδια)

#4
GATZMAN

!

#5
Βασίλης-7

Πω πω τί θυμήθηκες λέμε...στα κλασικά γρήγορα.

#6
poniroskylo

Ωρέ βράστα κλεφτόπουλο, πολύ με άρεσε αυτό το robaccia = σκουπίδια ... παίζει να είναι από δω και η ρόμπα ... και η ρόμπα η ξεκούμπωτη και η λουλουδάτη και η καπιτονέ

#7
Vrastaman

Λες ρε συ;;;
slang.edu in real time!

#8
sarant

Βράσταμαν συγνώμη, αλλά η ρομπατσίνα δεν είναι από το robaccia αλλά από το romanzina που θα πει ακριβώς κατσάδα. Ναι, από το romanzo. Πώς εμείς λέμε 'εξάψαλμος';

Στα Εφτάνησα διατηρείται ατόφιος ο ιταλικός τύπος: ρομαντσίνα (γκουγκλίζεται).

#9
Vrastaman