Με την κλασική έννοια μιλάμε για το σκεύος όπου βάζουμε τα κεριά στην εκκλησία. Με την γκατσμάνειο έννοια, η ποσότητα των κεριών, το σχήμα του κεριού, η φλόγα του, ξυπνάνε σλανγκικούς συνειρμούς στο σεξουαλικό πεδίο. Το κερί λιώνει, αλλά το μανουάλι είναι πάλι εκεί για να υποδεχτεί το επόμενο κερί. Για να μην πολυλογούμε, το μανουάλι είναι ο υποδοχέας της λαμπάδας.

Να μην συγχέεται (τουλάστιχον όχι απαραίτητα) με την μανουέλα και τα κάθε λογής manuals.

Φοβερή ανάφτρα! Για να μην πω φοβερή καντηλανάφτρα! Την βάζει την λαμπάδα στο μανουάλι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
GATZMAN

Ετσι, έτσι το interface της λαμπάδας κατά την κομπιουτεριστικη διάλεκτο

#2
Hank

Κατά τον Μπάμπη, η ετυμολογία:

μανουάλι < ιταλικό manuale (candelabrum) = κηροπήγιο χειρός, δηλ. τόσο μεγάλο, ώστε να σου γεμίζει το χέρι < λατινικό manus = χέρι.