Selected tags

Further tags

Αυτός που έχει μικρό πέος, ο μικροτσούτσουνος.

- Γιατί χωρίσατε με τον Γιάννη;
- Με είχε πρήξει! Άσε που ήταν και μαριδοψώλης, για κατούρημα πήγαινε και τον έψαχνε στο σώβρακο.

Got a better definition? Add it!

Published

"Μου 'βγαλε την ψυχή το παρθενόβιο! Ήταν τόσο στενή που μου ξεπέτσιασε τον πούτσο!". Το εξωτερικό γεννητικό όργανο του αρσενικού ανθρώπινου είδους.

"Τι ψέμα λέει πάλι αυτή η πούτζα, ο Μητσοτό;" Απαξιωτική, διεμφυλική βρισιά.

Απόσπασμα: "Ενώ πλησίαζε η πρώτη πονηρή νεραϊδούλα, διαπίστωσα πως ενσάρκωνε την πιο ελκυστική γκόμενα που είχα φανταστεί να μεθάει με το λαμδί μου. Προσέχοντας την σαγηνευτική ομορφιά της επόμενης άλλαξε αμέσως το μυαλό και το γούστο μου. Το σμειλύ της τρίτης έλαμπε σαν ιερό σκεύος αναποκάλυπτης ακόμα θρησκείας. Έξω από κάθε ανθρώπινο όνειρο, ναι, αυτή αληθώς ήταν η ακολουθία της Άγια-Κάβλας."

Νεολογικά συνώνυμα -σε τρία γένη- κατά τον συγγραφέα Φάνη Κατσιρέλο στο πεζογράφημα "Ασέμνου" (εκδ. Μανδραγόρας, Αθήνα, 2015): ο σαΐτος, η βεντρώ, το λαμδί.

Got a better definition? Add it!

Published

"Με τρώει το μουνί μου. Λες να με κόλλησε ψείρες ο πουτανιάρης ο Κωστάκης;" Το εξωτερικό γεννητικό όργανο του θηλυκού ανθρώπινου είδους.

"Τόλμα να μιλήσεις, ρε μουνί, και θα σε σκίσω πατόκορφα!" Απαξιωτική, έμφυλα πολωτική βρισιά.

Απόσπασμα: "Ενώ πλησίαζε η πρώτη πονηρή νεραϊδούλα, διαπίστωσα πως ενσάρκωνε την πιο ελκυστική γκόμενα που είχα φανταστεί να μεθάει με το λαμδί μου. Προσέχοντας την σαγηνευτική ομορφιά της επόμενης άλλαξε αμέσως το μυαλό και το γούστο μου. Το σμειλύ της τρίτης έλαμπε σαν ιερό σκεύος αναποκάλυπτης ακόμα θρησκείας. Έξω από κάθε ανθρώπινο όνειρο, ναι, αυτή αληθώς ήταν η ακολουθία της Άγια-Κάβλας." Νεολογικά συνώνυμα -σε τρία γένη- κατά τον συγγραφέα Φάνη Κατσιρέλο στο πεζογράφημα "Ασέμνου" (εκδ. Μανδραγόρας, Αθήνα, 2015): ο γλιστρός, η πλύκα, το σμειλύ.

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Η ταπεινή κολακεία, η δουλοπρέπεια.
    1. Το καλόπιασμα.
    2. Στον στρατό η κολακεία των ανωτέρων για εύνοια.
    3. Το μέσο. Κυρίως στην έκφραση έχω γλείψιμο.
    4. Το στοματικό σεξ.
    5. Στην auto/moto σλανγκ είναι το ξυστό πέρασμα, η ξυστή επαφή.
    6. Το ξυστό πέρασμα σφαίρας ή οβίδας.

α. Κάθε φορά που θέλει κάτι αρχίζει το γλείψιμο. β. Άρχισε το γλείψιμο, για να μη δώσω συνέχεια. γ. Άρχισε το γλείψιμο στον διοικητή, για να πάρει άδεια. δ. Έχει γλείψιμο τον διοικητή. ε. Είναι μαστόρισσα στο γλείψιμο. στ. Τα έχασε με το γλείψιμο που του έκανα στο φτερό και έκανε όλο δεξιά το τιμόνι. ζ. Το γλείψιμο στο αυτί του τού κόστισε για λίγες μέρες την ακοή του.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που έχει μέσο και σπρώχνεται για να κάνει καριέρα, να καταλάβει μια θέση. Επίσης, πιο ειδικά αυτός που έχει παθητικό ρόλο κατά τη διείσδυση στο σεξ, κυριολεκτικά ή μεταφορικά σε σεξιστικές μεταφορές απαξίωσης. Ενίοτε μπορεί να σημαίνει υπαινιγμό και για τα δύο ταυτόχρονα.

  1. Τον πάνε σπρωχτό για υπουργό.
  2. Τι έγινε Δαραβίγκα; Σπρωχτό σε πάω σήμερα. (Από διαλόγους του Στέφανου Χίου).

Got a better definition? Add it!

Published

Μεταφορά στα ελληνικά του αγγλικού spooning. Είναι σεξουαλική στάση κατά την οποία ο ερών πηγαίνει πίσω από τον ερώμενο και τον αγκαλιάζει, ενώ βρίσκονται και οι δύο σε πλαγιαστή στάση στο κρεβάτι και διεισδύει από πίσω. Θεωρείται τρυφερή και χαλαρή στάση. Μπορεί να σημάνει και στάση απλής εγκοιμήσεως χωρίς διείσδυση. Η μεταφορική εικόνα είναι από κουτάλια που είναι το ένα πίσω από το άλλο "κουταλιαστά" σε μια κουταλοθήκη.

Την κουτάλιασα για να μπορώ να χαϊδεύω τρυφερά το υπέροχο σώμα της.

Got a better definition? Add it!

Published

Μεταφορά στα ελληνικά του αγγλικού spooning. Είναι σεξουαλική στάση κατά την οποία ο ερών πηγαίνει πίσω από τον ερώμενο και τον αγκαλιάζει, ενώ βρίσκονται και οι δύο σε πλαγιαστή στάση στο κρεβάτι και διεισδύει από πίσω. Θεωρείται τρυφερή και χαλαρή στάση. Μπορεί να σημάνει και στάση απλής εγκοιμήσεως χωρίς διείσδυση.

Συνεχίσαμε με κουτάλι για να μπορώ να χαϊδεύω τα μεγάλα βυζιά της από πίσω.

Got a better definition? Add it!

Published

Φέρνω κακή τύχη σε σεξουαλικά ζητήματα, ματιάζω μια καλή σεξουαλική συγκυρία, ενίοτε και με κακά αποτελέσματα ως προς τη στυτική λειτουργία.

Μη λες πολλά και το γκαντεμοψωλιάσεις, κράτα χαμηλό πεοφίλ.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυστηρά πεζοδρομιακή μεν, ακριβής δε, απόδοση του αγγλικού cocksock που εμπλουτίζει επαξίως την εγχώρια πουτσοσλάνγκ. Μπορεί να αναφέρεται: Α) στην εξέλιξη του συχνά πολύχρωμου και με σχέδια παραδοσιακού πλεκτού, που οι Κροάτες λένε nakurnjak, οι Νορβηγοί forhyse και vænakot, κι οι Φαροέζοι kallvøttur και purrivøttur που όλα τους σαν σκοπό έχουν την προστασία των αχαμνών από το, προ κλιματικής κρίσης, δριμύ ψύχος στα εκεί μέρη. Η σημερινή, συνηθέστερα από συνθετικό ύφασμα, παίζει σαν ερωτικό αξεσουάρ μεταξύ μελών του αδελφάτου και σαφώς περισσότερο σαν δώρο για πλάκα μεταξύ μετεφήβων καρντάσηδων (βγάζει περισσότερο γέλιο σε small απ’ ό,τι σε large, αλλά κουμπάρος γίνεται εκείνος που, στο πάρτι, το δωρίζει σε ΧΧL).

Ο kokos25kokos την ξέρει σαν Πουτσαρχιδοφανέλα

Β) στο αποκαλούμενο σεμνότυφα «ένδυμα σεμνότητας», εκ του αγγλικού modesty cover, στα σινάφια ηθοποιών, αρχαϊστί· «υποκριτών». Χρησιμοποιείται στο γύρισμα ερωτικών σκηνών σε main stream παραγωγές, ώστε να μην έρθει στη δυσάρεστη θέση κάποιος εμπλεκόμενος να ακουμπήσει τα παπάρια κάποιου άλλου. Λεπτής ύφανσης, κυκλοφορεί μονόχρωμη, αυστηρά ασορτί με την επιδερμίδα του φέροντος. Αν και δεν παραμένει εύκολα στη θέση της, κρατά μακριά το Metoo. Παίζει και το ντεμέκ καθωσπρέπει πεόκαλτσα.

Γ) στο προστατευτικό από τις υπεριώδεις ακτίνες κάλυμμα, που χρησιμοποιούν περισσότερο οι φανατικοί του σολάριουμ, παρά φυσιολάτρες.

Ουσιαστικά πρόκειται για την από χρόνια αναφερόμενη απ’ τον Πετρόπουλο, και σαφώς επακριβέστερη …μεταφραστικά, αλλά κι εννοιολογικά, αρχιδοσακκούλα· μια και το pouch :σακούλα -προφέρεται …πάουτς- αφενός αποτελεί επεξήγηση του προϊόντος στα ηλεκτρονικά μαγαζιά, αφετέρου, σλαγκικώς, προφανέστατα, κουμπώνει τέλεια. Προς αποφυγή παρερμηνειών: δεν διαθέτει ιμάντες· δεν είναι σπασουάρ (jockstrap), ούτε κουραδοκόφτη· δεν είναι αντρικό στρινγκάκι.

«Υπάρχει ένα ‘ένδυμα σεμνότητας’ όπως το αποκαλούμε τώρα, που χρησιμοποιείται στις ερωτικές σκηνές σε όσους έχουν πέος», μου εξηγεί ο Zev Steinrock στο Skype. «Εκεί τοποθετείς ουσιαστικά όλη την περιοχή σε ένα σακουλάκι. Παλαιότερα το έλεγαν… Συγνώμη, δεν υπάρχει κάποιος κατάλληλος τρόπος να στο πω… Το έλεγαν πουτσόκαλτσα!» (απ' εδώ)

...ας εξηγήσουμε πως πεοκάλτσα, cock sock αγγλιστί, είναι το κάλυμμα που πέους που χρησιμοποιείται συνήθως στις ανδρικές γυμνές σκηνές κατά τα γυρίσματα μιας ταινίας. Ένα τέτοιο λοιπόν φόραγε κι ο Isaac στην σκηνή του Dune όπου εμφανίζεται γυμνός κι ευάλωτος, αν θυμάστε (απ' εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο ομοφυλόφιλος ή αμφιφυλόφιλος ύστερα από τη διάσημη δήλωση του Απόστολου Γκλέτσου ότι "το ψάρι ψήνεται και από τις δυο πλευρές", αναφερόμενη στην αμφιφυλοφιλία.

Για ψαροψήστη τον είχα, αλλά αποδείχθηκε μερακλής.

Got a better definition? Add it!

Published