Τενεκεδένιο δοχείο γύρω στο μισό μέτρο ύψος με μια βρυσούλα πολύ μικρού διαμετρήματος στο κάτω μέρος. Το μουσλούκι κρεμόταν στην κουζίνα ή στην αυλή και κάτω από τη βρυσούλα υπήρχε λεκάνη, μπακιρένια ή και χτιστή.

Τα παλιά τα χρόνια οι γυναίκες έφερναν το νερό από το πηγάδι ή τη βρύση του χωριού σε τενεκέδες συνήθως, γέμιζαν το ένα ή δυο μουσλούκια που διέθετε το σπίτι και είχαν, ας πούμε, τρεχούμενο νερό. Επειδή πίεση δεν υπήρχε και η βρυσούλα ήταν μικρή - για οικονομία - το νερό έτρεχε σταθερά μεν αλλά πολύ λίγο. Εξ ου και ό,τι τρέχει αργά και βασανιστικά - π.χ. το ντουζ άμα δεν έχει πίεση - το παρομοιάζουμε με μουσλούκι. Άμα ξέρουμε τη λέξη.

Μουσλούκι δούλευε σίγουρα μέχρι τη δεκαετία του '70, σε χωριά χωρίς κεντρική υδροδότηση και στις πόλεις σε παράγκες εκτός σχεδίου. Το μουσλούκι είναι, βέβαια, και ο ο πρόδρομος του θερμός από PVC με το βρυσάκι - βασικό είδος για κάμπινγκ χύμα στο κύμα.

Είναι λέξη βορειοελλαδίτικη, κυρίως. Προέρχεται από το τούρκικο musluk που θα πει βρύση, κάνουλα. Η πλάκα είναι ότι στην τούρκικη αργκό musluk θα πει και τσουτσούνι. Λογικό - κάτι μικρό που στάζει ...

  1. «Υπάκουοι οι δυο μικροί τρέχουν στο μαγειριό, στο χώρο όπου ήταν κρεμασμένο το μουσλούκι. Πρώτος αρχίζει να πλένεται ο Λεωνίδας. Χαίρεται το δροσερό νερό και ρίχνει με τις χούφτες του μπόλικο στο πρόσωπο και στον λαιμό του.» (Από το βιβλίο της Σουζάννας Παπαναούμ-Σιάπαντα 'Η γιαγιά μ’η Μαριγώ' για τη ζωή στην παλιά Σιάτιστα.)

  2. - Με τις σαπουνάδες έμεινα, ρε γαμώτο - δε μπόρεσα να ξεπλυθώ. Αυτό δεν είναι ντουζ που έχετε, μουσλούκι είναι. Να βάλετε πιεστικό ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
vikar

Μήπως έχει σχέση με μία λέξη ταμουζλούκι ή έστω ταμουσλούκι; Την έχω ακούσει σε συμφραζόμενα του στίλ: Αυτό το πακέτο τί μου τ' άφησες εδωπέρα, ταμουζλούκι; Ή, μή στέκεσ' εκειπέρα σά ταμουζλούκι κι' άιντε βόηθα.

Σημασιολογικά οι λέξεις ταιριάζουν, το τα- μπροστά ειναι που μας τα χαλάει.

#2
BuBis

απο τα λίγα τούρκικα που μαθα όταν είμουν νήπιο, νομιζω το ταμουσλούκι που λες είναι συνώνυμο με το «σαν την τσουτσου» και το ta είναι ενα επιτατικό ή θαυμαστικο μόριο. Κράτα τα αλογάκια σου μέχρι την Πέμπτη που ρχεται ή ξαδέρφη μου από την Πόλη και θα σε πώ!

#3
BuBis

λοιπόν, επανέρχομαι! Η εξαδέλφη μου από την Πόλη, με είπε πρώτον σκερβελέ που ασχολούμαι με μουσλούκια αλλά και ότι δεν υπάρχει στην τουρκικήν ταμουσλούκι ή ταμουζλούκι. Το ta ή da χρησιμοποιήται ώς τοπικό μόριο ή κατάληξη, π.χ. Atina'da και όταν χρησιμοποιέιται μόνο του σημαίνει απλά εκεί. Ίσως στο παράδειγμα μας, υπάρχει συννένωση του ελληνικού άρθρου το με το τουρκικό musluk... Oldu;

#4
BuBis

αν έχεται κι άλλες απορίες η ξα θα μείνει Αtina'da για λίγες ακόμη μέρεςΑνοίξαμε και σας περιμένουμε!

#5
vikar

Μπράβο ρε Μπούμπις, πρέπει όντως να πρόκειται για κάτι τέτοιο, ταμουσλούκι < το + μουσλούκι δηλαδή (ίσως απ' τον πληθυντικό: τα μουσλούκια). Συμπίπτουν τόσο σημασιολογικά που δέ μπορεί να είναι κάτι πολύ μακρινό στο σχηματισμό του.

#6
BuBis

#7
xalikoutis

«του θερμός από PVC με το βρυσάκι - βασικό είδος για κάμπινγκ»

το οποίο στην Κρήτη τουλάστιχον εγώ το ήξερα ως «μπόμπος, ο»...

#8
vikar

Ο οποίος «Μπόμπος», στα κυπριακά είναι κι' ο Τοτός!...

#9
Ο ΑΛΛΟΣ

Και στην Ελλάδα ο Μπόμπος ήταν ο προκάτοχος του Τοτού. Και πριν απ' αυτός ο Κουφιοκεφαλάκης.

#10
deinosavros

Για το ταμουζλούκι που λέει ο εφημέριός μας παραπάνου, σε διάφορα ονλάιν τουρκολεξικά βρίσκω ότι το
domuzluk (< domuz = γουρούνι), εκτός από τα προφανή γουρουνιά, ισχυρογνωμοσύνη κλπ, σημαίνει και το σημείο του νερόμυλου στο οποίο βρίσκεται και λειτουργεί ο τροχός του. Δε γκζέρω αν έχει να κάνει, το αναφέρω μόνο επειδή σχετίζεται με το νερό οπως το λήμμα, οπότε μη βαρείτε.

#11
dryhammer

Μπόμπος είναι ο πρόγονος του «θερμος με βρυσάκι» του μηδίου 2. Είναι εκείνο το σφαιρικό (γι αυτό και μπόμπος) δοχείο με βρυσάκι και μόνωση φελιζόλ που ακόμα πωλείται και «παίζει» σε οικοδομές κι αλλού μιά και κοστίζει το 1/5 του πιβισένιου.