Είδος χειρουργικής λαβίδας με μακριά σκέλη, μεγάλο άνοιγμα και μακριά σειρά μεγάλων δοντιών σε κάθε ένα από τα σκέλη του.

(κατά τη διάρκεια χειρουργείου):

- Μόλις κόψω την περιτονία, συγκράτησε την ωοθήκη με το κροκοδειλάκι, αλλά μη τη ζουλάς πάρα πολύ, μη μας πάρουνε τίπτις ζουμιά. γκε-γκε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
iron

α πήρες φόρα και συ, θα με ξεκάνετε απόψε να διορθώνω; λοιπόν, σε πέντε κάνω διάλειμμα, κανονίστε να βρω 100 λήμματα μετά, τον αύγουστό μου μέσα!

(καλά κάνετε, βάζετε επαγγελματική αργκό, βάζετε, μας λείπει)