Τα καημένα τα σκυλιά, είτε αδέσποτα ή σπιτιού, έχουν μια χαρακτηριστική μυρωδιά (την σκυλίλα βεβαίως βεβαίως, αλλά ας μην το παρακάνω), η οποία μάλλον προέρχεται από τον συνδυασμό σαλίλας και τυχόν αντιψυλλικού κολάρου. Είναι μια αρκετά δυνατή οσμή, πχ. χαρακτηρίζει (και ποτίζει) το διαμέρισμα όποιου έχει σκύλο. Αλλά αγαπάμε σκύλοι και γενικώς ό,τι αναπνέει (αλλά και τις πέτρες), μην το ξεχνάμε (αυτό, ήταν το μήνjυμα της ημέρας).

Κατ' επέκταση το λέμε για όποιον βρωμύλο κάτσει δίπλα μας, που ζέχνει είτε από ατημελησιά ή επειδή δεν μπορεί να πλυθεί -εξαιτίας των μαύρων συνθηκών στις οποίες ζει (πχ άστεγος, αν και αυτοί πάνε και τραβάνε και κανα ξυρισματάκι κυριλέ σε δημόσιες τουαλέτες).

- Ρε μαλάκα, πάψε να κάνεις μόνο γαλλικό ντους, σκυλοβρωμάς δεν το καταλαβαίνεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
perkins

Η σκυλίλα ειναι οντως διαποτιστική΄.Το σκυλοβρωμάω το λένε και βρωμοσκυλάω στον Κορυδαλλο.

#2
johnblack

Παντού το λένε, είναι κλασική αντιστροφή συνθετικών.

#3
jesus

πχ πονοκέφαλος - κεφαλόπονος. αν κ το δεύτερο μου έκανε πάντα πιο βάρβαρος πόνος.

#4
perkins

Μόνο εκει το εχω ακούσει, όπως και το «μωρ'σύ» μόνο μεταξύ φιλενάδων.
Τζίζας, ο πονοκέφαλος και ο πονοστόμαχος αντιστρέφονται αλλά ...βρωμοσκυλάω;;;.
Είναι ρήμα και το -σκυλάω δεν σημαινει κάτι!
Σκυλάω σαν βρώμα;ν'ν κακό.