Χιουμοριστική παραφθορά του γνωστού κρασοπατέρα, με την διαφορά ότι εν προκειμένω, ο εκ Κλαζομενών ορμώμενος μερακλής, επιδίδεται μάλλον στην κλασοκατάνυξη, παρά στην οινοποσία.
Παρεμπιπτόντως, το ρήμα κλάνω μάλλον προέρχεται εκ του κλάω (=αρχ. σπάζω) βλ. κλαγγή, αρτοκλασία κλπ. Άλλωστε το κλανίδι στα εγγλέζικα λέγεται και break wind (ή pass gass, fart, let one off κλπ), ιταλιστί: scoreggiare, ισπανιστί: tirar pe(d)o, γερμανιστί: fürzen, γαλλιστί: pet κλπ.
Κεφάτος, αγαπητή (κατά τα λοιπά) φιγούρα στην παρέα, ο πορδο-γαλαντόμος κερνά με απλοχεριά τις κλανιές του δώθε-κείθε, όσους το έχουν ανάγκη, δίχως να συλλογίζεται τις συνέπειες. Γι’ αυτόν τον λόγο, το μόνο που δεν μπορεί ποτέ κανείς να του προσάψει, είναι η ετικέτα του εαυτούλη, αφού προτιμά να τις μοιράζεται με τους κοντινούς του ανθρώπους, δίχως να τις κρατήσει για τον εαυτό του σε μια δύσκολη στιγμή...
Συνήθως επιδαψιλεύει το νούμερό του με κάποια θεατρινίστικη πόζα, π.χ. σου ζητά να τραβήξεις το δάχτυλό του εν είδει περόνης χειροβομβίδας, κρατά ένα υποτιθέμενο όπλο, του οποίου τη σκανδάλη καλείσαι να τραβήξεις, άλλοτε πάλι προσποιείται ότι πανηγυρίζει γκολ με το στυλ του αξέχαστου Ροζέ Μιλά, το οποίο βέβαια καταλήγει σε πορδή, στριφογυρίζει στη χορευτική φιγούρα του Τζον Τραβόλτα και στο αποκορύφωμα πέρδεται, καμώνεται πως «κάθεται κάτω απ’ τη μπάρα» σαν τον Πύρρο Δήμα και σφίγγεται με το αναμενόμενο επακόλουθο κλπ-κλπ.
Κατά την παρακολούθηση κινηματογραφικής ταινίας σε φιλικό σπίτι, δεν παραλείπει να λανσάρει τη φονική κλανιά-μανιτάρι, η οποία εκπέμπει πηχτή θερμότητα και αγκαλιάζει την παρέα βαθμηδόν.
Σε αυτοκίνητο, μολλάρει τορπίλλα σχεδόν νεφελώδη, που την κόβεις με το μαχαίρι.
Σε σοβαρή συζήτηση, δεν λαμβάνει ποτέ μέρος στα διαμειβόμενα επιχειρήματα, αλλά καιροφυλακτεί ήσυχος στη γωνίτσα του, έως ότου τραβήξει μια στεντόρεια πορδή, που πείθει τους άλλους να σωπάσουν.
Οι παριστάμενοι τον βρίζουν (χαζο)γελώντας. Αυτός ευφραίνεται και θεωρεί τον εαυτόν του μάλλον απελευθερωμένο ευεργέτη τους. Ου γαρ οίδασι τι ποιούσι δηλαδή...
Οι Εγγλέζοι είναι συνεπέστατοι κλανιάρηδες, ενώ το ρέψιμο θεωρείται προσβολή. Στην Ελλάδα, κανονικώς εχόντων των πραγμάτων, δεν επιτρέπεται ούτε το ένα ούτε το άλλο. Παρ’ όλα αυτά, το ρέψιμο και η χλέπα κάποτε ήταν δείγματα ευμάρειας, οι δε φιλόξενοι αμφιτρύωνες παρότρυναν το μουσαφίρη να ρευτεί (όπως τα μωρά), προκειμένου να διαπιστώσουν ότι καλόφαγε = δείγμα ότι τον περιποιήθηκαν δεόντως!
Οι μεγαλοαστοί (sic) μέχρι πολύ πρόσφατα, έφτυναν στα γεμάτα κάτι μεστωμένα τάληρα, καταμεσής του δρόμου (βλ. και «Αμέρικα-Αμέρικα» Ε. Καζάν). Το κλανίδι εν Ελλάδι όμως, ήταν πάντοτε προσβλητικό, άλλωστε αποδεικνύεται και από τη διαμάχη εικονοκλαστών-εικονολατρών μεταξύ των βυζαντινών ημών προγόνων.
Οι εικονοκλάστες, έχασαν...
Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική γλωσσική παράδοση, διαθέτει πλουσιότατες εκφράσεις, σχετικές με το πεθάνιον. Όλως ενδεικτικώς:
- Τον κλανιάρη κι αν μαλώνεις, μες στα γέλια το λιγώνεις
- Ο κλανιάρης το γεβέντισμα (διαπόμπευση) για πανηγύρι το’ χει
- ο κουφός κι ο κλανιάρης δίπλα στα νταούλια πάνε
- Μπροστά απ’ τα νταούλια όλοι ξέρουνε και κλάνουνε
- Ο πρωτομυριστής και πρωτοκλάστης
- Καθένας της κλανιά του την έχει μοσχοσάπουνο
- 'Εκλασ' η νύφη - σχόλασ' ο γάμος
- Μαγκιά, κλανιά και κώλο φινιστρίνι
- Κλασομπανιέρα
- Κλανόχεστος
- Είπανε του παλαβού να κλάσει κι αυτός χέστηκε
- Μου’ χει φύγει το κλανίδι
- Κλάνω πατάτες / πόμολα / μέντες / μαλλί (και πλέκω πουλόβερ)
- Ανεπιθύμητος σαν κλανιά σε ασανσέρ / διαστημική στολή / άρμα μάχης
- Θάλαμος αερίων
- Θα μου κλάσεις τ’ αρχίδια
- Πορδή τ’ αλόγου
- Περδεγουέη
- Εξαέρωση
- Αχ! Ανάσανα (παλιά διαφήμιση για το αποσμητικό χώρου αφρόζο)
- Κωλοσφύριγμα
- Έχει σκάσει μύτη
- Πορδοβούλωμα
- «Στρατιώτης περνά, η μπότα βρωμά - η κάλτσα μυρίζει κι ο κώλος σφυρίζει» (παλιό πατρινό σχολικό τραγουδάκι)
- γιομάτη πορδή
- Κούφια
- Τζούφια
- Τορπίλλα
- Κουφέτο
- 'Ασφαιρα πυρά
- Τί πετάγεσαι σαν πορδή απ’ το αμπάρι;
- (στιχομυθία) «Πειράζει; Μόνο τα φασόλια κρύα, θα χεστείς!»
Σκίσου!, κλπ-κλπ.
Οι περισσότεροι φρονούν πως η ρυπαρή και βορβορώδης αυτή καρικατούρα ανθρώπου πρέπει να τεθεί εκ ποδών από την κομψή κοινωνία μας, ή τουλάχιστον του πρέπει κωλοφίμωτρον, σαν αυτό που έβαλε εκείνο το καλό και άξιο παλικάρι, έναντι αντιτίμου 20 δραχμών.
Εν τέλει, ο προσφιλής αυτός τύπος προσφέρει μάλλον καλόν εις την ανθρωπότητα, αφού σαν τον μυταρά γελωτοποιό σκορπά το γέλιο, ζωή και χαρά = υγεία τριγύρω του (βλ. »μια πορδή τη μέρα το γιατρό τον κάνει πέρα«), αλλά και τροφή (!) αφού το μεθάνιον (CH4) είναι άκυκλος κορεσμένος υδρογονάνθραξ (σαν τις πατάτες -εξ ου και η αρχαιοπρεπής έκφραση «πέρδομαι γεώμηλα»), όπως αποκαλύπτει και η εγγλέζικη παιδική «Πορδή εις την ελευθερίαν»:
Beans-beans, good for your heart
The more you eat, the more you fart,
The more you fart, the better you feel,
So eat your beans with every meal!
- Πήρα δυο ντι-βι-ντι να δούμε! Θα’ ρθει κι ο Γιώργος με τον Αντρέα.
- Με ποιον Αντρέα; Αυτόν τον κλασοπατέρα; Ωωωωχ! Θα στενάξουμε απόψε...
6 comments
HODJAS
Να μην συγχέεται με την τεκετζήδικη έκφραση για το ναργιλέ: «πέντε φύσα-μια ρούφα»...
Fotis Nitsiopoulos
Με πέθανες χότζα. Τι γράφεις ρε συ; Σ΄ενημερώνω πως κατά την ανάγνωση, τίμησα το λήμμα, δεόντως. Την δε πορδή εις την ελευθερίαν εσυνόδευσα με κωλοτρομπέτα. Θα σου στείλω την παρτιτούρα.10στερος αμίγκο
HODJAS
Φχαριστώ ρε Φώταρε!
Κι εγώ όταν το' γραφα γέλαγα σα μαλάκας...
Υ.Γ. Άμα θες να σου φύγει το νεφρί απ' το γέλιο, διάβασε λήμμα κουτζουμπήλω-του γκουντουμπήτρου-αγκατζούμπε του ντεσπεράδο!
vanias
κώλος κλασμένος, γιατρός χεσμένος, έλεγε η γιαγιά διότι άμα δουλεύει το άντερο κλπ(βάλε ό,τι θέλεις). το νουμεράκι που μου έχει μείνει αξέχαστο είναι ενός Επ.Οπ που προσποιήθηκε ότι πατάει μανιβέλα σε μηχανάκι- η συγχρονισμένη κλανιά του για λίγο με έπεισε ότι όντως υπήρχε παπί.
Να μη βάζω ιδέες, αλλά την εποχή του Μικελάντζελου δεν υπήρχε αμάξι με τον οδηγό σε κέφια και με κεντρικό κλείδωμα/ απενεργοποίηση των παραθύρων για τους επιβάτες. Θα χε πάρει άλλη μορφή όλος ο τοίχος του Ιησού μεσσία.
iron
και πάλι η ελληνική λύση εδώ είναι
donmhtsos
@ ironick Δηλαδὴ αὐτὸ ποὺ λέγανε "ἕκλασε ρίγανη" κατὰ τὸ "ἔκλασε μέντα" δὲν στέκει "ἐπιστημονικῶς".