Στρογγυλός κουβάς από τσίγκο.

Αρμέγουμε το γάλα στη βεδούρα

Κων/νος Βεδουράς - Το θέλω (από allivegp, 03/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
poniroskylo

Από ποιά περιοχή το έχεις; Ίσως να αλλάζει η σημασία από περιοχή σε περιοχή γιατί, ας πούμε, η Live-Pedia.gr δίνει τον ορισμό κάπως διαφορετικά:

βεδούρα η (ουσιαστικό) [ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ :‹ σλαβ. vedro = ξύλινο δοχείο]

  1. ξύλινο δοχείο που χρησιμοποιούν οι βοσκοί, στο οποίο βάζουν γάλα ή πήζουν γιαούρτι, η καρδάρα. Αλλιώς βιδούρα, βεδούρι.
  2. (μτφ.) ο κοντόχοντρος άνθρωπος
  3. ξύλινο μέτρο για τη μέτρηση σιτηρών. Δεν την ξέρω, προφ, τη λέξη - πάντως, οι αναφορές που βρίσκω ονλάιν είναι από Αρκαδία-Μάνη κλπ