Έμφανίστηκε κάποιος/α ξαφνικά, ο/η οποίος/α τυγχάνει να είναι από λίγο έως πολύ νούμερο.
- Εκεί που περπατούσα αμέριμνη, έσκασε μύτη η «γεύση» κι έριξα κάτι γέλια...
Έμφανίστηκε κάποιος/α ξαφνικά, ο/η οποίος/α τυγχάνει να είναι από λίγο έως πολύ νούμερο.
- Εκεί που περπατούσα αμέριμνη, έσκασε μύτη η «γεύση» κι έριξα κάτι γέλια...
Got a better definition? Add it!
Πρόσωπο που συναντάς παντού, τουτέστιν το τρως συνέχεια στη μάπα και δε λείπει απο πουθενά.
«Νάτος πάλι ο λεγάμενος! Όπου γάμος και χαρά η Βασίλω πρώτη!»
Got a better definition? Add it!
Με τα μούτρα.
«Μην πας κακομοίρη μου στην άκρη, θα πέσεις σκουλουμούντρια»
Got a better definition? Add it!
Ο ικανός, ο καπάτσος.
«Κάλλιο ο τσαχτιρλής παρά ο προκομμένος»
Got a better definition? Add it!