Παφίλια λέγαμε μικρότεροι τα μεταλλικά καπάκια από τα αναψυκτικά.

Για να εξηγήσω, παίρναμε τα καπάκια, τα χτυπάγαμε μέχρι να γίνουν λεία. Τα μεταφέραμε σε σακούλες και μαζευόμασταν και τα παίζαμε στα χαρτιά, ελλείψει χρημάτων. Ενίοτε τα παίζαμε σαν τράπουλα, αν δεν είχαμε χαρτιά. Η ονομασία από τον πάφλα που ανάφερα πριν.

— Μια σακούλα παφίλια έφερα, δεν μου την γλυτώνεις σήμερα.
— Μπα, δεν σε βλέπω ικανό, θα τα κλαις σε λίγο φίλε μου.

Δίπλα στην Παπαρήγα την καλή, ο μόνος ίσως κουστουμαρισμένος & γραβατωμένος βουλευτής του ΚΚΕ. Ο Θανάσης Παφίλης (από GATZMAN, 05/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
perkins

Εμεις τα λέγαμε τσιγκάκια και γκλόρια ( απο το πρώτο αναψυκτικο που υπηρξε στο νησί και που ουτε κι εγω το πρόλαβα.