Ντινέλι Η κατακόρυφη βουτιά από τα γιοφύρια του Αιτωλικού

Παράδειγμα εδώ - Πάμε για ντινέλια από τα γιοφύρια - Ναι έχει μπασά (επόμενο post) σήμερα

Got a better definition? Add it!

Published

Ο πεταχτός κώλος, ο κώλος που αψηφά την βαρύτητα, η καμπύλη του είναι ίδια με του μπουζουκιού. Συναντιέται κυρίως σε παραλίες ή σε εξόδους σε νυχτερινά κέντρα.

- Τι λε ρε παιδί μου, κοίτα τι περνάει απέναντι.
- Άσε ρε φίλε, μπουζουκόκωλος να σου βγάλει το μάτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που παίρνει μέρος σε πορείες, ακόμα και αν δεν τον αφορούν, ακόμα και με την μορφή πληρωμής ανεξαρτήτως πολιτικών θέσεων.

- Κωστάκη την Τρίτη έχει πορεία για να στηρίξουμε το κυβερνητικό έργο είσαι;
- Τι λες ρε μαλάκα θα φάμε γιαούρτια.
- Δεν πειράζει, 50 ευρώ το κεφάλι, τι είναι λίγα γιαούρτια.
- Πω ρε φίλε είπαμε με μια φορά πούστης δε γίνεσαι, αλλά εσύ έχεις γίνει εντελώς συλλαλητήριος.

(από ΑΙΤΟ, 10/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι κουράδες, σκατά του αλόγου, μεγάλες και βρωμερές. Συνήθως απαντώνται σε ιππικούς ομίλους ή σε πανηγύρια με παρελάσεις αλόγων.

- Ρε Μήτσο, τι έπαθα χθες...
- Τι ρε φίλε, με ανησυχείς.
- Γυρίζοντας σπίτι από το μπαρ πάτησα μια κουρατζίνα και την έφερα σπίτι, το τι άκουσα από την κυρά Λένη δεν λέγεται.

(από ΑΙΤΟ, 10/04/11)

βλ. και τούρτα, νάρκες, ναρκοπέδιο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ζωηρός, αυτός που κάνει ζημιές, αταξίες. Χαρακτηρισμός κυρίως για μικρά παιδιά. Ίσως το δεύτερο συνθετικό, αν πούμε ότι είναι σύνθετη λέξη, αναφέρεται στην ταραχή που προκαλεί ο χαρακτηριζόμενος.

- Αργυρώ, πού είναι το παιδί;
- Στο δωμάτιό του, διαβάζει σίγουρα.
- Μου αρέσει η σιγουριά σου... αυτός ο τζουχατάραχας πάλι καμιά διαολιά κάνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορισμός που δηλώνει την αντίδραση σε κάποιον που δεν σε πιστεύει όταν έχεις καταφέρει κάτι, αγοράσει κάτι και γενικώς γεννά δυσπιστία από τον απέναντι για την επιτυχία σου.

Τύχες ονομάζονται παλιά τα αυτοκόλλητα που υπήρχαν σε χαρτάκια π.χ. panini με ποδοσφαιριστές, αυτοκίνητα κ.λ.π.

- Τι εγινε ρε Μήτσο, καινούργιο το εργαλείο, πού το κονόμησες ρε φίλε, εσύ μέχρι χθες γυρνούσες με ποδήλατο.
- Το βρήκα στις τύχες φίλε μου, αυτοκίνητο με τα όλα του, άντε και στα δικά σου γιατί βαρέθηκα να σε βλέπω να γυρνάς με τα πόδια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βήχας που προέρχεται από έντονη σωματική δραστηριότητα (γέλιο, εκπνοή δυνατή κ.λπ.). Αδυναμία αναπνοής και πόνος στο λαιμό.

— Άντε ρε παππού φύσα δυνατά να κάνουμε την εξέταση.
— Δεν μπορώ παιδάκι μου, καρκώνομαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι σαν να λέμε σήμερα ντουλάπα. Ο γίκος στα παλιά σπίτια ήταν το μέρος όπου στοιβάζονταν σε διάφορα μέρη, καθώς δεν υπήρχε χώρος, παπλώματα, κουβέρτες, βελέτζες κ.λ.π. η μια πάνω στην άλλη, και τα κάλυπταν με ένα σεντόνι. Χώρος αποθήκευσης.

  1. Χειμώνιασε, πρέπει να βγάλουμε τις βελέτζες από τον γίκο να πάρουν αέρα.

  2. Τράβα στον γίκο και κατέβασε τις κουβέρτες, άντε γιατί το βράδυ θα κρυώσουμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παφίλια λέγαμε μικρότεροι τα μεταλλικά καπάκια από τα αναψυκτικά.

Για να εξηγήσω, παίρναμε τα καπάκια, τα χτυπάγαμε μέχρι να γίνουν λεία. Τα μεταφέραμε σε σακούλες και μαζευόμασταν και τα παίζαμε στα χαρτιά, ελλείψει χρημάτων. Ενίοτε τα παίζαμε σαν τράπουλα, αν δεν είχαμε χαρτιά. Η ονομασία από τον πάφλα που ανάφερα πριν.

— Μια σακούλα παφίλια έφερα, δεν μου την γλυτώνεις σήμερα.
— Μπα, δεν σε βλέπω ικανό, θα τα κλαις σε λίγο φίλε μου.

Δίπλα στην Παπαρήγα την καλή, ο μόνος ίσως κουστουμαρισμένος & γραβατωμένος βουλευτής του ΚΚΕ. Ο Θανάσης Παφίλης (από GATZMAN, 05/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάφλας λέγεται ο τσίγκος, ένα μεγάλο κομμάτι από τσίγκο που καλύπτει διάφορα μέρη από κατασκευές, μπαλώματα στα παλιά σπίτια, διότι φθηνό και βολικό.

— Έχεις κανένα κομμάτι πάφλα να καλύψω το γκαράζ γιατί γέμισε νερά;
— Φίλε ό,τι θες, μόνο κάρφωσέ το καλά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified