Γενικός όρος που αναφέρεται σε σύνολο διαφόρων μουσικών οργάνων που προκαλούν (κατά τον ακροατή) θόρυβο άνευ ουσίας και λόγου. Χρησιμοποιείται επίσης και για να περιγράψει όλα τα μικροαντικείμενα τα οποία βρίσκονται παραπεταμένα και σκορπισμένα δεξιά και αριστερά.
Σαν λέξη προέρχεται από παραφθορά της λέξης κλειδοκύμβαλο, το έγχορδο και κρουστό μουσικό όργανο που απετέλεσε τον προπομπό του πιάνου.
- Φίλε μου την έβαψα! Αύριο ξεκινούν πολιτιστικές εκδηλώσεις στην γειτονιά μου. Ξέρεις τι σημαίνει αυτό;
- Τι σημαίνει;
- Ότι θα έχουμε ολονυχτία απ' τα κλαμπατσίμπαλα τους και θα πάμε για δουλειά μετά το πέρας του 3ημέρου σαν τα ζόμπι απ' το ξενύχτι!
- Μαιρούλα! μάζεψε τα κλαμπατσίμπαλα σου παιδί μου στο κουτί τους και έλα να φάμε, για να πας για ύπνο νωρίς! Δεν θα σηκώνεσαι πάλι αύριο το πρωί!
6 comments
tryager
Άλλοι τύποι: κλαπατσίμπαλα (πιο διαδεδομένος) κ' κλαμπατσίμπανα .
Khan
κλαπατσίμπαλο, κλαπατσίμπανο,
φαινόμενο λάινσμαν
TOTINA
Το λήμμα το ανέσυρα από το Δημόσιο πρόχειρο και απλώς το ανέλαβα.
Ισως θα επρεπε να γίνεται ένας έλεγχος απο τους γουεμπ
στα λήμματα του Δημοσίου προχείρου, έτσι ώστε οι «θετοί γονείς » να μην γίνονται ρόμπες!!!
iron
σα να έχεις δίκιο...
ΠΡΩΤΕΥΣ
who's the fuckin' drummer around here;
Galadriel
Νταξ βρε παιδιά, δεν γίνεσαι και ρόμπα...