Επίκληση ταπεινοφροσύνης, σκέψης, περισυλλογής. Χρησιμοποιείται και ως αντίβαρο σε υπερβολική επίδειξη, εξόφθαλμο ψέμα, υπερβολή, σφάλμα κ.λπ.

Πιθανότερη προέλευση ο ζουμπάς, ήτοι κοντός. Στην προκειμένη περίπτωση χαρακτηρίζει τη μείωση του ύψους όταν σκύβεις το κεφάλι ως ένδειξη ταπεινότητας και περισυλλογής...

- Λοιπόν, χθες στο μπάσκετ έβαλα ίσαμε 15 τρίποντα με ποσοστό ευστοχίας 150%
- Ώπα ρε μεγάλε, ζουμπαδιάσου και μίλα σοβαρά - με μπαλάκι του τένις σούταρες;

Ζουμπαδιάσου και σακουλέψου (από gagman, 10/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Khan

Ας ακουστούν γνώμες για την ετυμολογία αυτού του υπέροχου ρήματος ζουμπαδιάζομαι ! Από πού βγαίνει ο ζουμπάς, έχει σχέση με το συνηρημένο ρήμα ζουπάω-ώ, υποτ. να ζουπήξω;