Πρόκειται για κρητικό ιδιωματισμό που χρησιμοποιείται για αρνητικό χαρακτηρισμό κάποιου. Σύνθετη λέξη (παρά + ώρα). Σημαίνει άκυρος, παρά την ώρα του, χαζούλης, ανεπιθύμητος.

- Δεν θα πιστέυεις τι έγινε σήμερα...!
- Τί;
- Εκεί που ετοιμαζόμουν να πάω για ψώνια, συνάντησα στον δρόμο εκείνη την παράωρη και μου έπιασε κουβέντα και άργησα στις δουλειές μου!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified