Ο ξεκάρφωτος, που δεν κολλάει στην κατάσταση.

Πολύ ξεΐγκλωτος αυτός που μας έφερε χθες ο Πέτρος: όλοι μιλάγαμε για το γνωστό θέμα κι αυτός κοίταζε απλά σα χάνος.

βλ. ίγκλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified