Η γιαγιά που τυγχάνει κατά κύριο λόγο να είναι και σλανγκομούνα. Όχι ότι αν δεν είναι λέγεται αλλιώς, αλλά να, εκεί στη Σετινσουλία, οι γιαγιάδες είναι όντως και πολύ άτομα.

Λέγεται φυσικά και βάβω, αλλά και νόνα.

- Μαλάκα μου τι θα ντυθούμε τσ' Αποκρές (χωρίς ι)
- Κοκολοΐστρες...
- Με τι κότολα ρε, πούθενε;
- Θα πάρουμε κρυφά τση βαβάς μου, έχει τρία - τέσσερα και δε θα το πάρει χαμπέρι.

βαβά του μόχθου. (από perkins, 02/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
perkins

λογω; σντένγκ κεραμίδα- Μοοοοοοοοοοοντς ένα Ομικρον παρακαλώ στο τρίααα!

#2
jesus

εφτασέεεεεεεϊ!!!
κ ο γάβρος ο μαρινάτος απ' το μαγαζί.

#3
perkins

Ωραίος, κατευθασες αν και τοσο μακριά...

#4
allivegp

H γριά η βάβω
ταϊρνά ταϊρνά
όλο τ΄αδράχτι
στριφογυρνά

#5
Nahias

Πρόκειται περι τοπικού ιδιωματισμού. Το έχω ακούσει από παλιούς Ανδριώτες. «Η βαβά μου η Λακαρώ...» Ισως να λέγεται και αλλού.