Προσφώνηση συνώνυμη των φίλος, μεγάλε, αρχηγέ, μάστορα, και ταλιμπάν, αλλά με ελαφρώς ειρωνική χροιά.
Eκ του τσιμπώ > ἐμπίς (κουνούπι) / ἐμπίζω. Ο τσιμπητός παραπέμπει στην εγγύτητα, αλλά όχι με την καλήν έννοια.
- Έλα τσιμπητέ μην τσαντίζεσαι... το πρόβλημά σου ποιό είναι τότε; Δε γουστάρεις να βλέπεις μουσουλμάνους στο δρόμο; Γιατί θα σου φάνε τη γκόμενα ή θα σου πάρουνε τη δουλειά σου;
(εδώ)
- Τσιμπητε, μπηκα στα blogs σου και ειδα οτι εχεις ξεσκισει για τα καλα τους νομους περι προσωπικων δεδομενων και πνευματικης ιδιοκτησιας! (εκεί)
- Αν είναι να γίνω σαν κι εσένα τσιμπητέ χίλιες φορές αγράμματος.
(παραπέρα)
5 comments
johnblack
To ήξερα μόνο ως φιλολογικής χρήσης, π.χ. σε κόμικς.. Καμιά ιδέα για προέλευση; Έχει σχέση με το τσιμπάω ή είναι καμιά σλαβιά / αλβανιά;
iwn
Υπάρχει και ο τσιμπητοκολητός.
Vrastaman
Θαρρώ εκ του τσιμπώ > ἐμπίς (κουνούπι) / ἐμπίζω. Ο τσιμπητός μἀλλον παραπέμπει στην εγγύτητα, αλλά όχι με την καλήν έννοια...
iron
το τσιμποκολλητό παίζει; ή, ακόμα πιο ωραία, το τσιμπουκοκολλητό;
iwn
το τσιμπουκοκολλητό κάνει παρήχηση.
το τσιμποκολλητό- ός εμπεριέχει ασάφεια ως προς το τσιμπούκι η τσιμπώ.
Ο τσιμπητολλητός έχει και ρυθμό και ιαμβικό μέτρο.