O γκαγκά γεροξεκούτης, το ῥαμολιμέντο με έμενταλ.
Θηλ.: γκαγκαδιάδα, ουδ.: γκαγκαδιάρικο.
Έχει και τα καλά του να είσαι γκακαδιάρης: μαθαίνεις πολλές φορές για πρώτη φορά τα ίδια ευχάριστα νέα.
O γκαγκά γεροξεκούτης, το ῥαμολιμέντο με έμενταλ.
Θηλ.: γκαγκαδιάδα, ουδ.: γκαγκαδιάρικο.
Έχει και τα καλά του να είσαι γκακαδιάρης: μαθαίνεις πολλές φορές για πρώτη φορά τα ίδια ευχάριστα νέα.
Got a better definition? Add it!
Γκουρμεδιά: το ψαγμένο μεζεκλίκι, σιαγμένο με προσεγμένο τρόπο κι από σωστές πρώτες ύλες. Σαν σλανγκιά που είναι, η γκουρμεδιά δεν περιορίζεται ντε και καλά στις λεπτές κι ανέραστες γεύσεις των κατά Ζουράρι εκλεκτοφάγων. Αποτελεί τον κοινό τόπο εστίασης των ντελικατέσεν με τους ντερλικατέσεν.
Οι γκουρμεδιές βέβαια προσαρμόζονται στην εποχή. Άφθονα ρέουν τα σάλια της γκαγκαδιάρας θειάς μου κάθε φορά που μού διηγείται για πρώτη φορά τις μεταμεσονύκτιες εξορμήσεις για σκατωμένη πατσά του μπαϊλντισμένου από χαβιάρι και σολομό πλην μερακλή Βασιλιά Παύλου. Τι να σου κάνει ο έρμος, ζούσε σε εποχές που μεσουρανούσαν γκουρμεδιές με κωμικά ονόματα όπως μπιτοκ αλα ρους και βολ-ω-βαν. Νοσταλγοί των Γλιξβούργων, γεροντόφιλοι και ταξιδευτές του χρόνου μπορούν ακόμα να τις αναζητήσουν σε εστιατόρια τ. Blue Pine και L' Abreuvoir.
Η ΠΑΣΟΚική λαίλαπα (με όλα τα Κωστοπούλεια συμπαρομαρτούντα) μοιραίως σημάδεψαν το γκουρμεδιάρικο γίγνεσθαι. Η χωριάτικη πέρασε τη σκυτάλη στη σαλάτα του σεφ που, με τη σειρά της, την πέρασε στην καισαρική τοιαύτη. Απόλυτη γκουρμεδιά των ογδόνταζ η θρυλική σάλτσα ροκφόρ του Επίκουρου. Επί Σημιτικού εκσυγχρονισμού ανακαλύψαμε δειλά-δειλά τις λιαστές τομάτες, τη ρόκα, το μπαλσάμικο και φυσικά την χιλιοτραγουδισμένη αστακομακαρονάδα. Καθώς και διάφορες εισαγόμενες γκουρμεδιές τ. σούσι, τάπας, μάπας, κτλ. Μπροστάρηδες στον αγώνα εκσυγχρονισμού ο μακαρίτης Klaus Feurbach του Bajazzo, ο καινοτόμος Χρύσανθος της Ντομάτας (και μετέπειτα του Αριστερά-Δεξιά) κ.ά. γαστρονομικές δυνάμεις.
Επί Γιωργάκη οι μεταλλαγμένοι σε μηκυό πλέον ιθαγενείς ξέθαψαν με την ευγενική κοροϊδία των κ.κ. Βοθρίνι, Λαζάρου, Σκαρμούτσου και Μαμαλάκη τις εξιδανικευμένες ρίζες μας: κρόκο Κοζάνης και μουστοπιπεριές Φλωρίνης, κικιτσόπιτες από τα Ζαγοροχώρια με προσούτο Ευρυτανίας και μανιτάρια Γρεβενών (σ.ς. με τα οποία μέχρι πρότινος έτρεμε το φυλλοκάρδι μας), λούντζα Τήνου και σύγκλινο Μάνης, «αρσενικό τυρί» από τη Νάξο και κατίκι Δομοκού, στραπατσάδες και παστιτσάδες, χριστόψαρα και πεσκανδρίτσες, γαρίδες Αμβρακικού και κωλοχτύπες. Έχοντας γκώσει από την πολλή ρόκα, ο μεταγκουρμεδιάρης κατέβαζε το κότσι ρινόκερου με κουλί από σταμναγκάθι ωσάν γατοκέφαλο...
Έλα όμως που σκάσανε τα δανειοδάνεια και τα γαμοδάνεια, πλάκωσαν οι τροϊκανοί με τα μνjημόνιά τους και το αεροπλανάκι προσγειώθηκε κομματάκι απότομα (τους διεθνείς τοκογλύφους μου μέσα!). Τα μπικίνια πάπαλα, τα κεφάλια μέσα, αλλά ρε πστ η κρίση θέλει καλοπέραση. Κι έτσι ο Έλλην γκουμεδιάρης επέστρεψε στα βασικά: κάνα βρώμικο σούβλακο με σως για να γλιστράει, κάνα σπληνάντερο να λιγδώσει λίγο τ' άντερο μέχρι να κόψει ο sexy Alexi κάνα γκέουρο.
Got a better definition? Add it!
Υπάρχουν τουλάστιχον δυο καρακλασικές έννοιες:
Εκ του Λατινικού moneta, το νομισματοκοπείο.
Εκφέρεται κυρίως από άτομα παλαιάς κοπής. Βλ. επίσης το κλασικό τρίπτυχο τση επιτυχίας: μέσο, μονέδα, μουνί.
- Να επιβεβαιωθεί, δηλαδή, επίσημα η ανεξαρτησία της Κεντρικής Τράπεζας ώστε να μην κόβει μονέδα κατά το δοκούν και συνεχιστεί ο αδυσώπητος πληθωρισμός.
- Κόβουν μονέδα οι... παραλίες
Got a better definition? Add it!
Ο χωσιματίας διαιτητής, κιτρινίζει τους παίκτες σαν να μην υπάρχει αύριο.
Σπανιότερα (και κυρίως στην μαρτυριάρικη μεγαλόνησο) καρτάκιας αποκαλείται κι ο παίχτης που συνεχώς τρώει κάρτες.
- Ματς για γερά νεύρα που αν λάβουμε υπόψη και το ματς του πρώτου γύρου που είχε μπόλικο ξύλο και 6 κίτρινες. Διαιτητής της αναμέτρησης ο Ούγγρος Κασάι που έιναι καρτάκιας.
- «Καρτάκιας» διαιτητής στο Ελλάδα-Νιγηρία
- Ο «καρτάκιας» Τιάγκο Κόστα: Δίχως ίχνος αμφιβολίας, ο Τιάγκο Κόστα συγκαταλέγεται ανάμεσα στους ποιοτικότερους ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού. Ο Πορτογάλος δεξιός μπακ, όμως, συνοδεύεται από ένα αρνητικό στατιστικό στοιχείο.Αγωνίστηκε σε πέντε ματς και αντίκρισε ισάριθμες κίτρινες κάρτες!
Got a better definition? Add it!
Όταν την παραμονή του «καλοκαιριού τση αγάπης» οι Strawberry Alarm Clock τραγουδούσαν για θυμιατά από πιπερόριζα και ο Scott McKenzie υπενθύμιζε στους μεταβαίνοντες στο San Fransisco να πλέξουν λουλούδια στις κοτσίδες τους, ο Mick Jagger ήθελε να τα βάψει όλα μαύρα και οι Velvet Underground περιμένανε τον βαποράκι τους με $26 ανά χείρας.
Η σκοτεινίλα ή νταρκίλα ως état d' esprit στην μουσική, στον κινηματογράφο, στην ζωγραφική, κ.ταλ. ασκεί έντονη γοητεία. Συχνά δρα ομοιοπαθητικά με συνέπεια να εκτιμούμε περισσότερο τα όσα χρώματα μας μοιράζει η τράπουλα τση πουτάνας τση ζωής. Εξερχόμενος από προβολή του Eraserhead, είναι δυνατόν να μην θέλεις να αγκαλιάσεις το σκατουρημένο κουτσούβελό σου, να φιλήσεις την πεθερά σου και να σφίξεις το χέρι του εργοδότη σου; (ή, αντίστοιχα, να πανηγυρίσεις που είσαι ελεύθερος, άτεκνος και άνεργος;)
Μιλάμε πάντα για καλώς εννοούμενες εντεχνindie πχοιοτικές καλτιές και ψαγμενιές, μακριά από εμάς οι μόνο μπλακ νταϊνταήδες και οι χρήζοντες emoκάθαρση γκοθάδες με τις μανιοκαταθλιπτικές τους γκόμενες που ξημεροβραδιάζονται σε πεθαμενάδικα. Αυτές είναι κακώς εννοούμενες σκοτεινονταρκίλες.
Προσοχή: το λήμμαν να μην συγχέεται με μαύρα ακούσματα και γκιραπιές.
Ασίστ για την παραλλαγή νταρκίλα: Pirate Jenny.
- Και ο δεύτερος δίσκος είναι εξαιρετικός. Το έγραψαν όλοι, ή σχεδόν όλοι. Ο πρώτος είχε ξεκινήσει μια περίοδο που η σκιά των Bad Seeds βάραινε κάπως τα επόμενα σχέδια. Όχι ότι ακούγεται διαφορετικός πολύ. Αυτή η σκοτεινίλα πάντα θα υπάρχει. Πάντα.
- ολη η βρωμια και η νταρκιλα των 80ς ανακατεμενη με ψυχεδελεια εφτιαξαν ενα μιγμα που μου ανατιναξε το μυαλο
- Βέβαια, για λόγους σκιώδεις και ύποπτα κινούμενους στη νύχτα του μυαλού του σκηνοθέτη, του Itsue Kawasaki, οι φιγούρες σε αυτό το μικρο- anime μιλάνε Αγγλικά με τη γνωστή, αγαπημένη, σάπια ιαπωνική προφορά, επομένως δε σε αφήνει να το ευχαριστηθείς τόσο πολύ. Του αφαιρεί αρκετή σκοτεινίλα και την αντικαθιστά με σκέτη νίλα
- Γραφικα 9/10 , απλα γιατι περιμενω το sequel και το αργουν πολυ. Ηχος υπεροχος. Χειρισμος απο τους καλυτερους ever. Αυτο που με συγκλονιζει ειναι η νταρκιλα που εχει το παιχνιδι. ΜΕ ΤΟ ΚΙΛΟ. Αν μπορουσαν οι devs, θα μοιραζαν και λιγη νταρκιλα στο συνταγμα τωρα που ειναι καιρος κρισης. .
Got a better definition? Add it!
Από αρχαιοτάτων χρόνων, γενεαί Ελλαδιστανών γλειψιματιώνε τελειοποίησαν την ευγενή πρακτική του γλείφτινγκ (ή, μπρουταλιστί, κωλογλjείφτινγκ).
Όταν οι Έλληνες έγραφαν «Ἐρωτηθείς τις (ο Αντισθένης), εἰ χαλεπώτερόν ἐστιν εἰς κόρακας ἢ εἰς κόλακας πεσεῖν· 'Εἰς κόλακας', ἔφη· 'οἱ γὰρ κόρακες τὰ τῶν τεθνεώτων σώματα διαφθείρουσιν, οἱ δὲ κόλακες τὰς τῶν ζώντων ψυχάς'», οι αγαθοψώληδες πρόγονοι του Γκαίτε επεδίδοντο στην αυτοκοπροφαγία.
Πέον να σημειωθεί ότι το λήμμαν περιγράφει και την προσφιλή πρακτική του προφορικού έρωτα. Και στις δύο περιπτώσεις, πρόκειται για λολοπαίγνιο εκ του γλείφτης και του γαμοσλανγκοεπιθήματος -ινγκ.
Ακολουθεί μουσικό διάλειμμα:
♪♫Αααα, ααα γλειφτετέλι αμάν αμάν γιάλελελι...♪♫
♪♫If you like γλειφο κωλάδαs
τσανακογλjείφτ in the rain...♪♫
Συνεχίζουμε την κανονική καταρροή του προγράμματός μας.
Όπως σχολίασε συναγωνιστής κάβουρας, το λήμμαν χρησιμοποιείται και ως σαχλολοπαίγνιο για το λίφτινγκ ή ρυτιδεκτομία επί το αρχαιοκαυλέστερον. Ίσως με το υπονοούμενο ότι το τελικό αισθητικό αποτέλεσμα θυμίζει βοϊδογλειψιά.
Σ.σ. προς τα σλανγκαρχίδια τση παρέας: κατά την ανάρτηση του λήμματος αυτούνου, 90% των γουγλοχτυπημάτων έδιναν την μορφή γλύφτινγκ. Είμεθα έθνος ανορθογραφιστών.
Πάσα από το ΔουΠού και συμβολή στον ορισμό: Κχάνος.
- Στην πλειοψηφία σας, οι περισσότεροι είστε κομματικοί χαφιέδες. Εξαιρούνται μερικοί από τους ελεύθερους επαγγελματίες . Οι υπόλοιποι κρατοδίαιτοι κάνουν καριέρα μόνο στο γλύφτινγκ
- Για σοβαρευτείτε λεώ εγώ! Είπαμε καλό το γλύφτινγκ, τα ρουσφέτια και τα προσωπικά συμφέροντα αλλά όλοι στην ίδια χώρα ζούμε και όλοι μαζί θα βουλιάξουμε!!!
- Αν είσαι εχέμυθη, ώριμη και ματσό και θέλεις να χαλαρώσεις και να ξεφύγεις λίγο από το στρες της καθημερινότητας, τότε έχω αυτό που θέλεις κάνω μασάζ σιάτσου, φίστινγκ, γλείφτινγκ, σιγκαπούριαν στον δικό σας χώρο ή στον δικό μου ευπρεπή και πολιτισμένο χώρο. τιμή συζητήσιμη
- ΝΑΙ...ΣΟΥ ΦΑΊΝΕΤΑΙ, ΑΣΠΡΙΣΑΝ ΤΑ ΜΑΛΙΑ ΣΟΥ ΚΑΙ ΕΚΑΝΕΣ ΚΑΙ ΓΛΕΙΦΤΙΝΓΚ, ΑΣΤΑ ΑΥΤΑ...ΓΑΜΠΡΟ ΒΡΗΚΕΣ;
Got a better definition? Add it!
Η κωλοπετσωμένη και ψιλοσπασμένη πλην καυλιάρα σαρανταφεύγα μιλφού. Το μουνί της μπορεί να έχει αρχίσει να πατινάρει, αλλά η μπογιά της ακόμα μισοπερνάει.
Χλευαστικά, η Ντάμα του αντιπάλου στο σκάκι. Συνώνυμο επίσης τση πουτάνας, σύμφωνα με τον σενσέι Ηλία Πετρόπουλο. Προσφιλής λέξη των Καρκαβίτσα και Τσιφόρου.
Πάσα: HODJAS, deinosavros και malakia (από Δ.Π.)
- Τωρα κολακευεσαι με την 15 χρονια μικροτερη σου που σε θελει ακομα και γαμπρο! Αμα η επομενη ειναι καμμια μισοτριβη ξερεις τι κουρελιασμα θα παθει η ψυχολογια σου ειδικα οταν θα βλεπεις πιπινια να τριγυρνανε γυρω σου;
- Εμάς τι μας ενδιαφέρει αν μια μισότριβη καλλιτέχνης άλλαξε γκόμενο;
- Μυξιάρης. Ζητάει ελεημοσύνη από μια μισότριβη καμπαρετζού με κυτταρίτιδα ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να δεί την καλτσοδέτα της.
Got a better definition? Add it!
Πρόκειται για εκ L.A. ορμώμενη αμερικλανιά που θέλει αυθόρμητα πλήθη και συγκεντρώνονται αστραπιαία σε δημόσιους χώρους (συνήθως μετά από ιντερνετικό κάλεσμα), να κάνουν κάποιο κουλαριστό χορογραφικό ή άλλο εικαστικό μπροστά σε ανυποψίαστους περαστικούς και στη συνέχεια να τιγκανά σε χρόνο ντετέ. Το βινδεάκι θα αναρτηθεί στο συσιφόνι με την ελπίδα να γίνει βάιραλ. Εκ του αγγλικάνικου flash mob (αστραπόχλος ή μπακαλοφλασιά). Συγγενικό με τα smart mob, τα οποία όμως προβάλουν κάποιο κοινωνικό, πολιτικό ή επιχειρηματικό χάπενινγκ.
Στο ημέτερο L.A., τα φλάσμομπ δουλεύονται σχεδόν αποκλειστικά από διαφημιστές (σμαρτ μομπ) καθώς είμεθα ξύπνιοι και ουχί αμερικλανάκια. Ο Ε.Ο.Τ. πρόσφατα λάνσαρε σε παγκόσμια πρώτη και μια εγχώρια παραλλαγή, το στούπιντ μομπ (μπακαλοφλασιά): πρόκειται για κακογυρισμένη και στερούμενη κάθε καλτίλας ντεμεκιά με πληρωμένους κομπάρσους και πανάκριβη παραγωγή στο Λονδίνο που προβάλει την κατά τα λοιπά ευειδέστατη Όλγα Κεφαλογιάννη και χρεώνεται στον ήδη κουρεμένο εγχώριο φορολογούμενο.
- Οσο για την «επιτυχια». Ναι, ειμαστε πολυ ευχαριστημενοι. Δωσαμε 75,000 για 1,000 views στο Youtube, δλδ 75 ευρω / view. Λες και μετα τις σκηνες πολεμου στο Συνταγμα, θα δουν οι ξενοι το «φλασμομπ» (τρομαρα σας) και ενα απροσδιοριστο τσουρμο να τους καλωσοριζει...απο τον Ταμεση (ελεος) και θα κανουν ουρα να ερθουν στην Ελλαδα. Ελα μπορεις, δεν θελει πολυ μυαλο..
(αναφορά στο στούπιντμομπ τση Όλγας, εδώ)
- Η τραγωδία του φλας-μομπ στην ελλάδα είναι ότι το δουλέυουν μόνο διαφημιστές. (εκεί)
- Στο τέλος ο Κωστής καταλάβει το λάθος του, τζιαι λείπει του τζιαι ποχεί την τζιαι οργανώνει ξανά ένα φλασμομπ τζιαι παίρνει την τζιαμέ τζιαι λαλεί της ότι εν κάμνει δίχα της........Φιλιούνται αγκαλιάζουνται!
(τζειαχαμαί)
Got a better definition? Add it!
Χαριτωμενιά που αυτονομήθηκε από την Χαρά του Παιδιού και φοριέται δια πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν. Ανήκει πλέον στην οικογένεια των γαμοσλανγκοτέτοιων.
- Δεν μαγειρεύεις; Είσαι η χαρά του delivery; Αυτή η δίαιτα θα σε βοηθήσει να χάσεις 5 κιλά!
(εδώ)
- Μωρά σχεδόν,2…3..5 ετών κοριτσάκια,σε καλλιστεία!! Μακιγιαρισμένα και περιποιημένα σαν 20χρονες κοπέλες! Καμμία παιδικότητα στην συμπεριφορά και στον τρόπο τους…Η χαρά του παιδεραστή!
(εκεί)
- Η χαρά του ευνούχου είναι η χαρά μιας ακρωτηριασμένης φύσης. (παραπέρα)
- μετα σου λέει οτι η φυλακή είναι η χαρά του πούστη.
(αποκατέ)
- Η χαρά του μαυραγορίτη: στο σφυρί 132.000 ακίνητα (αποσκατέ)
- Η χαρά του Αλβανού ληστή
(këtu)
Got a better definition? Add it!
Φίλοι ναζιάρηδες που τους ενώνουν παλιά δεσμά (χειροπέδες, μαστίγια, νουντσάκου, διάφορα μαύρα δερμάτινα παραφερνάλια) και χόμπι (πάκι μπάτσινγκ, σ(ωματ)οδομισμός, εκδορά μικρών θηλαστικών).
Δεν έχουν ιδιαίτερη έφεση στην σλανγκ, νομίζω;
Βλ. επίσης: ναζός, αυγά, χρυσά αυγά, χρυσαύγουλα, πουστωδία, 88.
Πάσα: ΜΧΣ.
- Ο Άδωνις και ο Κασιδιάρης γνωρίζονται από παλιά, φίλοι αδολφικοί που λένε.
(τσίου, εδώ)
- Ακροδεξιό Αδέξιο Αδολφάτο Σε λίγο θα μυνήσουν τους εαυτούς τους για «ακατάσχετη ακράτεια ήθους», και τον Θεούλι, για «μη ελεγχόμενη βιοποικιλότητα κατά την δημιουργία», (σχέδια, χρώματα, διαστάσεις κτλ)
(εκεί)
Got a better definition? Add it!