- Βλ. παραδείγματα 1 έως και 3.
Συνώνυμο: στρώνω, πιθανώς και άλλα, περιμένω συμβολή.
Φτιάχνω, με την έννοια του παρασκευάζω. Γιατί όταν σαββατιάζεις, κάθεσαι. Ναι, είμαι εβραιοκαθολικός το θρήσκευμα. Πρόβλημα;
Βλ. παραδείγματα 4 έως και 6.
Το σάχνω στο αμετάβατο σημαίνει έρχομαι στα ίσα μου, γραδάρω, συνέρχομαι μετά από ταλαιπωρία, ή απλά τρώω-πίνω-κάνω κάτι που απολαμβάνω.Βλ. παραδείγματα 7 έως και 7.
Πάλι πίσω στο μεταβατικό, σάχνω κάποιον πα να πει τον φτιάχνω, του δείχνω εγώ, τον κανονίζω, του ξηγιέμαι μόρτικα. Κυρίως σε απειλή και συνεπώς σε χρόνο μέλλοντα, ή σε αφηγηματικό περιβάλλον, οπότε σε αόριστο.
- Άσε, ρε, δε βγαίνω απόψε. Ε, μέχρι να πάω σπίτι, να σάξω μια ομελέτα που δεν έχω φάει τίποτα, πήγε μεσάνυχτα και πού να τρέχεις με τα τακούνια μετά...
- ...και που λες, πήγαμε σπίτι μου, κάναμε γλυκά έρωτα όλη νύχτα και το πρωί της πήγα πρωϊνό στο κρεββάτι.
- Τι μαλακομούνης είσαι συ αγόρι μου... Τέτοιες γκόμενες τις πηδάς το βράδυ, το πρωί τις βάζεις να σου σάξουν μια καφεδιά από 'δω ίσαμ' απέναντι και τις κλωτσάς να φύγουν και να μην ξανάρθουν.- Βάλε τίποτα ρε μάνα να φάμε να σάξουμε, γιατί πολύ κουραστική δουλειά η παραλία.
- Έχω γεμιστά, αγόρι μου, να φάς να θεραπαείς. Σού 'χω και μια Κάιζερ στο ψυγείο.
(θεραπεύομαι, σε τετελεσμένους χρόνους και μόνο: να θεραπαώ - θεραπάηκα κτλ. απολαμβάνω στα λευκαδίτικα. μεταβατικό και αμετάβατο.)
- Θα πιούμε καμιά ουϊσκούμπα να σάξουμε, ή θα τη βγάλουμε στο στεγνό απόψενες;
- Έριξα κάτι τούφεν σλάφεν κι έσαξα.
- Κά-λάααααα...κάνε τέτοιες πουστιές εσύ, και θα σε σάξω εγώ.
8 comments
Khan
Έχει σχέση με το σαζ' - σιαζ';
jesus
συνωνυμία απλή, ρε συ.
johnblack
ποιος μαλάκας έβαλε μηδέν εδώ;
jesus
είναι ο προτελευταίος πειρασμός αυτός, μή μασάς:Ρ
vikar
Ωραίος. Ιδιωματικό θα το έλεγα. Σε παραθεσσαλονίκια χωριά θα το ακούσεις σιάχνω, με τις ίδιες πάνω-κάτω σημασίες, οι οποίες άλλωστε προέρχονται άμεσα ή έμμεσα απο τις σημασίες του φτιάχνω. Θά 'λεγα οτι και η ίδια η λέξη πρέπει να έχει επηρεαστεί απο το φτιάχνω, άν και ετυμολογικά δέν το βλέπω καθαρά.
Τώρα, ο Ντέρτι εκεί ίσως τα μπερδεύει λίγο, αλλα ίσως και να μπερδεύονται οι τύποι των δύο λέξεων έτσι κι' αλλιώς: αλλα τυπικά, άλλο σιάζω-έσιαζα-σιάσω κι' άλλο σιάχνω-έσιαχνα-σιάξω (μέ ή χωρίς γιώτα).
vikar
Αλλα μ' άρεσε και γι' άλλο λόγο. Παλιά με κάτι φίλους χοτζίζαμε ανελέητα όποτε βρίσκαμε θύματα, και κάποτε είχαμε εξηγήσει εμβριθέστατα σε μιά κοπελίτσα (άν με διαβάζει ελπίζω να μας συγχωρεί...) οτι το ψάχνω προέρχεται απο το αρχαιοελληνικό επισάχνω, επί και σάχνω, πράγμα που εξηγεί και γιατί ονομάστηκαν έτσι τα ψάρια, τα οποία επισάχνουν για τροφή και τα λοιπά και τα λοιπά...
betatzis
Νόμιζα ότι είναι μόνο κρητικό. Το δίνει ο Ξανθινάκης στο Γλωσσάρι της Δυτικής Κρήτης, ως σιάχνω. Προφανώς λέγεται σε όλη την Ελλάδα.
Θυμάμαι τη γιαγιά μου πάλι, όταν έκανα διαολιές, μου έλεγε «θα σε σάξω εγώ άμα σε πιάσω».
johnblack
ο τελευταίος ποιός είναι;
Ξέρω, αυτός.