Επιτίθεμαι. Χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει επιθέσεις από σκυλιά.

Όταν αναφέρεται σε ανθρώπους, σημαίνει επιτίθεμαι συνήθως με άγαρμπο και πρωτόγονο τρόπο.

Πω, μαλάκα, κοίτα τη γκόμενα εκεί απέναντι στο μπαρ. Δεν αντέχω άλλο, θα μουντάρωωωωωω.

Sulley Muntari (από allivegp, 05/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Khan

Από το ιταλικό montare= ανεβαίνω.

#2
allivegp

#3
allivegp

Στο μήδι ο Sulley Muntari μουντάρει.

#4
Galadriel

Πω πω λήμμα!!!

#5
soffia

δεν σημαίνει γενικά επιτίθεμαι, σημαίνει ορμώ ξαφνικά, χυμάω