Τρελός, «φευγάτος», αυτός που χαζοφέρνει, αυτός που λέει ασυναρτησίες, αλλά και όποιος από την κούραση δεν βλέπει μπροστά του.
Είσαι εντελώς γκάου, παιδάκι μου;
Τόση δουλειά σήμερα, κι είμαι τόσο γκάου που δεν μπορώ να λειτουργήσω καθόλου.
Τρελός, «φευγάτος», αυτός που χαζοφέρνει, αυτός που λέει ασυναρτησίες, αλλά και όποιος από την κούραση δεν βλέπει μπροστά του.
Είσαι εντελώς γκάου, παιδάκι μου;
Τόση δουλειά σήμερα, κι είμαι τόσο γκάου που δεν μπορώ να λειτουργήσω καθόλου.
Got a better definition? Add it!
9 comments
the_inq
Να σχολιάσω στο σημείο αυτό την ομοιότητα με το γερμανικό ακρωνύμιο GAU (Größter Anzunehmender Unfall / Μέγιστο Αποδεκτό Ατύχημα) που περιγράφει το χειρότερο ατύχημα το οποίο έχει ληφθεί υπ' όψη κατά το σχεδιασμό μιας πυρηνικής εγκατάστασης και του οποίου οι συνέπειες μπορούν να περιοριστούν με μια εκ των προτέρων σχεδιασμένη διαδικασία.
xalikoutis
πολύ σημαντικό το σχόλιο...
the_inq
Εξαιρετικό το μήδιον χαλικούτις . Ατομκραφτ; ριχαηνε μπίτε!
jesus
αν θυμάμαι καλά, αρκετά διαδεδομένο ήταν κ το λογοπαίγνιο «γκάου-μπόυ».
ασσίστ: ταραντίνο.
MXΣ
Αγαπητέ, από αυτό λες να βγήκε το γκάου-μπίου;
jesus
θεία χάρις. θα έλεγα, ναι.
(ε, λίγο από δω, λίγο από κει ίσως. μπορείς να περάσεις απ' το γκάου στρέητ θρου στο γκάουμπόυ, μπορείς να πας κ μέσω γκάου-μπίου. θέμα γούστου.)
Επισκέπτης
και από γκάου-μπόυ σε γκει-αγορίνα... Ποτέ δεν ξερ'ς!
MXΣ
To φοβερό είναι ότι, όπως θα ακούσετε και στο μήδι, το gaou στους στίχους αναφέρεται σε «χαζό», αλλά όπως μας φωτίζει η βικούλα εδώ είναι slang της Ακτής του Ελεφαντοστού... Μήπως φτάσαμε και εκεί μετα από τους Κέτσουα και τους Καλάς; ;-)
alexr
Πανε χρονια απο τοτε που ημουν στρατο, ΓΚΑΟ ΜΠΙΟ είναι επισημα ακρώνυμα (σαν να λεμε ΦΓ:Φρεγάτα ) και αν θυμαμαι καλα:
ΓΚΑΟ: Γενική Κατηγορία Αγραάμματος Οπλίτης
ΜΠΙΟ: Μειωμένης Πνευματικής Ικανότητας Οπλίτης