Ειναι παραφθορα του πουτσώνω.
Κατά συνέπεια, κωλοπετσωμένη = κωλοπουτσωμένη, κωλογαμημένη. Εκφέρεται θετικά και σημαίνει ασύμβατη, προχωρημένη, αχαλίνωτη, ορμητική, δυναμική κλπ.
Αντιθέτως, το πέτσωμα, τα πετσώματα , έχουν αρνητική έννοια και σημαίνουν προχειρότητα /-τες και μαλακία /-ες κλπ.
- Έγινε καλή δουλειά;
- Μπα, πετσώματα.
2 comments
jesus
μάλλον θα διαφωνήσω ότι πρόκειται για παραφθορά του πουτσώνω, δες κ την οικεία ανάλυση στο πέτσα.
daisy_mantroskylos
shmainei kai katouraw