1. Ο προς αφόδευσης αρωγήν αποσκοπών καφές (π.χ. σκέτος αχτύπητος φραπές).

  2. Ο κακής ποιότητας καφές.

  3. Η γνωστή ομόηχη εφημερίς, η οποία θεωρείται κατάλληλη για ανάγνωση στο αποχωρητήριο.

  1. Έτσι όπως έχω στουμπώσει, μόνο ένας χεσπρέσσο θα με σώσει.

  2. Χέσπρεσσο τον έκανες, να χέσω τον Γκλούνευ μου μέσα!

  3. Η γιαγιά μαζί με τους Financial Times πήρε και την χεσπρέσσο και χάθηκε στο βάθος της αυλής.

Δουλεύει στη μονάδα παραγωγής της Χεσπρέσο Πάππας (από GATZMAN, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Khan

Επίσης η εφημερίδα Εσπρέσο, όταν χρησιμοποιείται ως χεστικό.

#2
Galadriel

Αχ χάνκυ χάνκυ δεν τον διάβασες τον ορισμό :P

#3
Vrastaman

  1. Το πολύ σύντομο χέσιμο.

@Μες - με τόσα βυζιά που αιωρούνται πως να συγκεντρωθεί κανείς;

#4
GATZMAN

Kαι το ωραίο είναι πως ο Χάνκυ ποστάρει αυτή την εποχή από τα Βυζάκια Τζύπρου

#5
GATZMAN

Τις δύσκολες μέρες που ζούμε, που η τιμή των καυσίμων έχει πάρει τον ανήφορο, θα μπορούσε να υπάρξει και συνεταιρισμός με αντικείμενο την αξιοποίηση των εκατομμυρίων ατομικών προσπαθειών παραγωγής ενέργειας (βλ. και σχόλια στο κλασέρ). Και το όνομα του συνεταιρισμού: Χεσπρέσσο Πάπας